Η Αφροαμερικανίδα Ρόζα Παρκς γυρίζοντας το βράδυ της 1ης Δεκεμβρίου του 1955 από τη δουλειά στο σπίτι της, έμελε να μείνει στην ιστορία καθώς αρνήθηκε να δώσει τη θέση της στο λεωφορείο σε έναν λευκό, αντιστεκόμενη στην τότε πολιτική φυλετικού διαχωρισμού των ΗΠΑ που απαιτούσε από τους έγχρωμους πολίτες να κάθονται στο πίσω μέρος του λεωφορείου και να παραχωρούν τη θέση τους στους λευκούς, με αποτέλεσμα να συλληφθεί.Αυτή η πρωτοφανής κίνηση για την εποχή, θα σημάδευε τον αγώνα των μαύρων για ίσα δικαιώματα στις ΗΠΑ. Όταν μια πράξη αντίστασης πυροδοτεί ραγδαίες κοινωνικές αλλαγές!
Η πρωτεργάτρια του αγώνα των Αφρο-Αμερικανών για ίσα δικαιώματα έκανε κάτι αδιανόητο για τα καταπιεστικά ήθη της εποχής: αρνήθηκε να παραχωρήσει τη θέση της στο λεωφορείο σε λευκό επιβάτη. Η άρνησή της αυτή και η φυλάκισή της φυσικά θα ήταν η σταγόνα που θα ξεχείλιζε το ποτήρι της αγανάκτησης των Αγρο-Αμερικανών: το μποϊκοτάζ στις δημόσιες συγκοινωνίες της Αλαμπάμα και τα αιματηρά γεγονότα που ακολούθησαν θα άφηναν στην πολιτεία μία επιλογή: την ακύρωση του απαράδεκτου νόμου για φυλετικό διαχωρισμό στις δημόσιες συγκοινωνίες.
Η εμβληματική φιγούρα της παγκόσμιας ισότητας ήταν βέβαια μάχιμη ακτιβίστρια και δεν αρνήθηκε «απλώς» να υποταχθεί στις φυλετικές προκαταλήψεις που δυσκόλευαν τη ζωή και υπονόμευαν ανοιχτά το μέλλον της. Ως ενεργό μέλος του περίφημου σχηματισμού NAACP, που προωθούσε την ισότητα των εγχρώμων, αφιέρωσε τη ζωή της στη βελτίωση των συνθηκών ζωής εκατομμυρίων καταπιεσμένων Αφρο-Αμερικανών από τις πρακτικές διακρίσεων που επέβαλλαν οι μέχρι πρότινος τυραννικοί δυνάστες τους.
Η Ρόζα Παρκς γεννιέται στις 4 Φεβρουαρίου 1913 στο Tuskegee της Αλαμπάμα, στη διαβόητη πολιτεία του Νότου, ερχόμενη από πολύ νωρίς σε επαφή με τις φυλετικές διακρίσεις αλλά και το ταραγμένο κίνημα για την πολυπόθητη κοινωνική ισότητα. Οι γονείς της χώρισαν όταν η Ρόζα ήταν ακόμα σε τρυφερή ηλικία, με τη μητέρα της να την παίρνει μαζί της στο σπίτι των παππούδων της στο Pine Level της Αλαμπάμα. Η μικρή περνά λοιπόν τα πρώτα χρόνια της ζωής της στη φάρμα των πρώην σκλάβων και πλέον ισχυρών πολέμιων των διακρίσεων, ενώ στις πρώτες μνήμες της καταγράφεται η εικόνα του παππού της να στέκεται με την καραμπίνα έξω από το σπίτι σε κάθε περιπολία της διαβόητης Κου Κλουξ Κλαν.
Η Ρόζα πηγαίνει στο ειδικό σχολείο για έγχρωμους της περιοχής, ένα εκπαιδευτικό ίδρυμα που δεν είχε ούτε τα βασικά, όπως θρανία για παράδειγμα. Τα έγχρωμα σχολιαρόπαιδα ήταν μάλιστα υποχρεωμένα να πηγαίνουν στο σχολείο με τα πόδια, την ώρα που ο δήμος παρείχε συγκοινωνίες και ολοκαίνουρια σχολεία για τα λευκά παιδιά. Η μικρή συνεχίζει στο ειδικό Γυμνάσιο για έγχρωμους του Montgomery, το 1929 ωστόσο, έναν χρόνο πριν ολοκληρώσει τη βασική εκπαίδευση, επιστρέφει εσπευσμένα στο Pine Level, αφού η μητέρα και η γιαγιά της αρρώστησαν βαριά. Δεν θα επέστρεφε στο σχολείο: πιάνει δουλειά σε βιοτεχνία ρούχων του Montgomery και συμβάλλει στον οικογενειακό προϋπολογισμό...
Το 1932, σε ηλικία 19 ετών, η Ρόζα γνωρίζει και παντρεύεται τον Raymond Parks, κουρέα και ενεργό μέλος του NAACP (National Association for the Advancement of Colored People). Με τη βοήθειά του, επιστρέφει στο σχολείο και παίρνει το πολυπόθητο απολυτήριο το 1933. Σύντομα θα συνειδητοποιήσει ότι δεν μπορεί να κάθεται άπραγη στις διακρίσεις που υφίσταται και αποφασίζει να προσχωρήσει στο τοπικό παράρτημα του NAACP: το 1943 τη βρίσκει λοιπόν υπεύθυνη νεολαίας στο NAACP του Montgomery, λειτουργώντας ταυτόχρονα και ως γραμματέας του προέδρου της οργάνωσης, E.D. Nixon, θέση που θα κρατήσει μέχρι το 1957...
Ο δημοτικός κώδικας του Montgomery υπαγόρευε ρητά ότι ο νόμος του διαχωρισμού λευκών και εγχρώμων όφειλε να εφαρμόζεται σε όλες τις δημόσιες συγκοινωνίες, δίνοντας ταυτόχρονα στον οδηγό εξουσίες αστυνομικού. Οι οδηγοί αποφάσιζαν λοιπόν πού θα καθόταν κάθε επιβάτης στο λεωφορείο τους, την ίδια στιγμή που μια λευκή γραμμή χώριζε το όχημα στη μέση: το μπροστινό μέρος ήταν για τους λευκούς και το φανερά μικρότερο πισινό τμήμα κρατούταν για τους έγχρωμους.
Όταν ένας αφρο-αμερικανός επιβάτης ήθελε να χρησιμοποιήσει το λεωφορείο, έπρεπε να μπει από την μπροστινή πόρτα για να πληρώσει το εισιτήριο στον οδηγό και κατόπιν να κατέβει για να ξαναμπεί από την πίσω πόρτα: απαγορευόταν να πατήσει στον χώρο των λευκών. Κι όταν οι λευκοί επιβάτες δεν είχαν πού να καθίσουν, ο οδηγός αύξανε τον χώρο τους (μειώνοντας φυσικά τον χώρο των εγχρώμων) και, αν χρειαζόταν, επέβαλλε στους έγχρωμους να σηκωθούν και να παραχωρήσουν τη θέση τους. Κι αν αυτοί αρνούνταν, ο οδηγός είχε την εξουσία να τους κατεβάσει από το λεωφορείο ή να ζητήσει τη συνδρομή της -κατάλευκης- αστυνομίας.
Μέσα στο πλαίσιο αυτό, την 1η Δεκεμβρίου 1955, έπειτα από μια εξαντλητική μέρα στη δουλειά της ως μοδίστρα, η Ρόζα Παρκς επιβιβάστηκε στο λεωφορείο της Cleveland Avenue για να επιστρέψει στο σπίτι της. Όπως και κάθε άλλη φορά, κάθισε στην πρώτη σειρά των «ειδικών» θέσεων για τους έγχρωμους επιβάτες, με το λεωφορείο να γεμίζει ωστόσο σύντομα από λευκούς. Ο οδηγός συνειδητοποιώντας κάποια στιγμή ότι μπόλικοι λευκοί ήταν όρθιοι στον διάδρομο, ενώ οι έγχρωμοι στρογγυλοκάθονταν στις θέσεις τους, σταμάτησε το λοιπόν το λεωφορείο και απαίτησε από 4 έγχρωμους να παραχωρήσουν τις θέσεις τους σε λευκούς επιβάτες: οι 3 συμμορφώθηκαν αμέσως, η Ρόζα όμως αρνήθηκε.
«Γιατί δεν σηκώνεσαι;», τη ρώτησε με περιέργεια ο οδηγός, που δεν είχε συνηθίσει σε τέτοια ανυπακοή. «Δεν νομίζω ότι πρέπει να σηκωθώ», του ανταπάντησε εκείνη. Ο οδηγός κάλεσε την αστυνομία, η οποία συνέλαβε την Παρκς επιτόπου. Η Ρόζα δεν ήταν κουρασμένη σωματικά, είχε κουραστεί απλώς να ενδίδει στο παράλογο -και τρομακτικό- του πράγματος! Αφού της απαγγέλθηκαν κατηγορίες, απελευθερώθηκε αργότερα τη νύχτα πληρώνοντας την εγγύηση...
Το απόγευμα που συνελήφθη η Παρκς, ο πρόεδρος της τοπικής του NAACP, E.D. Nixon, άρχισε να οργανώνει το μποϊκοτάζ στα λεωφορεία της πόλης: φυλλάδια μοιράστηκαν στις κοινότητες των εγχρώμων, που καλούσαν τον κόσμο να μη χρησιμοποιήσει τα λεωφορεία τη Δευτέρα 5 Δεκεμβρίου 1955, τη μέρα της δίκης δηλαδή της Ρόζα Παρκς, ως τρόπος διαμαρτυρίας.
Το πρωινό της επίμαχης μέρας, οι ηγέτες της τοπικής κοινότητας των Αφρο-Αμερικανών συναντήθηκαν για να κλιμακώσουν τη δράση τους. Ανάμεσα στις αποφάσεις που πήραν ήταν και η εκλογή του νεοφερμένου στην πόλη τους πάστορα στο συμβούλιο του αγώνα: ο ιερέας δεν ήταν άλλος από τον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ! Από κοινού αποφάσισαν ότι η υπόθεση της Παρκς παρείχε την καλύτερη δυνατή αφορμή για να αναλάβουν δράση που θα άλλαζε την κατάσταση δραστικά: όταν λοιπόν η Ρόζα έφτασε στο δικαστήριο εκείνο το πρωινό με τον δικηγόρο της, βρήκε 500 υποστηρικτές να την περιμένουν απ' έξω!
Μετά τη μισάωρη ακροαματική διαδικασία, η Παρκς κρίθηκε ένοχη για παραβίαση της διάταξης και της επιβλήθηκε πρόστιμο 10 δολαρίων και άλλα 4 δολάρια για τα δικαστικά έξοδα. Το μεγαλύτερο νέο της ημέρας ωστόσο ήταν αυτό που είχε πυροδοτήσει η πράξη της: το πρωτοφανές στα χρονικά μποϊκοτάζ στα λεωφορεία του Montgomery, που άφησαν τις συγκοινωνίες της πόλης λίγο-πολύ αδειανές: η συντριπτική πλειονότητα των 40.000 Αφρο-Αμερικανών του Montgomery πήγαν στις δουλειές τους με τα πόδια.
Η μεγαλειώδης συμμετοχή στο μποϊκοτάζ ώθησε τους ηγέτες της κοινότητας να το επεκτείνουν: επί μήνες, οι έγχρωμοι δημότες μετακινούνταν με κάθε δυνατό και αδύνατο τρόπο αποχαιρετώντας το λεωφορείο. Σύντομα το Montgomery έγινε σύμβολο αντίστασης στην καταπίεση, την ίδια ώρα που οι συγκοινωνίες μαράζωσαν, όπως και τα οικονομικά του δήμου.
Το μποϊκοτάζ των Αφρο-Αμερικανών δεν έμεινε ωστόσο χωρίς λευκή απάντηση: αναρίθμητοι ρατσιστές απάντησαν με βία στην ειρηνική διαμαρτυρία των εγχρώμων, ενώ ταυτόχρονα πολλές «μαύρες» εκκλησίες κάηκαν. Τα σπίτια των Μάρτιν Λούθερ Κινγκ και E.D. Nixon καταστράφηκαν από βομβιστικές επιθέσεις και κατόπιν το δημοτικό συμβούλιο ανέλαβε δράση: άρχισε να συλλαμβάνει μαζικά έγχρωμους για απίθανους λόγους και παράλογες αφορμές, κηρύσσοντας ανοιχτά πόλεμο.
Ως απάντηση, το συμβούλιο των Αφρο-Αμερικανών του Montgomery ανέλαβε ποινική δράση: μια ομάδα έγχρωμων δικηγόρων πήγε το θέμα του διαχωρισμού στο σύστημα μεταφορών στο Ανώτατο Δικαστήριο της Αλαμπάμα και δικαιώθηκαν! Τον Ιούνιο του 1956, το δικαστήριο κήρυξε μη συνταγματικό τον νόμο των φυλετικών διακρίσεων και τον Νοέμβριο επιβεβαίωσε τη θέση του, στην έφεση του Δήμου του Montgomery.
Το δημοτικό συμβούλιο εξαναγκάστηκε λοιπόν να ακυρώσει τον διαχωρισμό των ανθρώπων στις δημόσιες συγκοινωνίες και το μποϊκοτάζ έληξε επισήμως στις 20 Δεκεμβρίου 1956: το 381 ημερών μποϊκοτάζ, ένα από τα μεγαλύτερα και πιο πετυχημένα μαζικά κινήματα κατά του ρατσισμού στην Ιστορία, έγινε μνημείο αντίστασης και γέμισε τους Αφρο-Αμερικανούς ελπίδες για κοινωνική την αλλαγή που κοντοζύγωνε. Λίγο αργότερα ο Λούθερ Κινγκ θα είχε ένα όνειρο...
Παρά το γεγονός ότι δημοσίως ήταν πλέον σύμβολο του αγώνα για τα κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα των Αφρο-Αμερικανών, η Ρόζα Παρκς αντιμετώπισε ταλαιπωρίες και στερήσεις στους μήνες που ακολούθησαν τη σύλληψή της: η ίδια απολύθηκε από το κατάστημα που δούλευε, όπως και ο σύζυγός της, όταν το λευκό αφεντικό του έμαθε ότι ήταν η γυναίκα του που τα είχε ξεκινήσει όλα. Είχαν γίνει μάρτυρες του αγώνα τους.
Αφού στάθηκε αδύνατο να βρουν δουλειά, το ζευγάρι εγκατέλειψε το Montgomery και αναζήτησε μια νέα αρχή στο Ντιτρόιτ. Εκεί η Ρόζα θα εργαζόταν ως γραμματέας στο γραφείο του έγχρωμου εκπροσώπου στη Βουλή των Αντιπροσώπων John Conyer, υπηρετώντας παράλληλα ως μέλος του συμβουλίου της Ομοσπονδίας Οικογενειακού Προγραμματισμού της Αμερικής.
Το 1987, από κοινού με την πιστή της φίλη Elaine Eason Steele, ίδρυσαν το «Rosa and Raymond Parks Institute for Self-Development» με έργο την εξοικείωση των νέων παιδιών στις πρακτικές της κοινωνικής ισότητας. Το 1992, η Παρκς εξέδωσε την αυτοβιογραφία της, «Rosa Parks: My Story», ανακαλώντας τα ζοφερά χρονικά του να μεγαλώνει κάποιος έγχρωμος στον ρατσιστικό αμερικανικό Νότο. Το 1995 επιστρέφει στη συγγραφή και εκδίδει το «Quiet Strength», που συνοψίζει τις αναμνήσεις της δίνοντας έμφαση στον ρόλο που έπαιξε η θρησκευτική πίστη στη ζωή της...
Η Ρόζα Παρκς έχει βραβευθεί εκτεταμένα στη ζωή της, περιλαμβάνοντας τη μεγαλύτερη τιμή του NAACP (το πολύτιμο Spingarn Medal) αλλά και το περίβλεπτο Βραβείο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ. Στις 9 Σεπτεμβρίου 1996, ο πρόεδρος Μπιλ Κλίντον απένειμε στην Παρκς το Προεδρικό Μετάλλιο της Ελευθερίας, την υψηλότερη τιμή που μπορεί να αποδώσει σε Αμερικανό πολίτη η εκτελεστική εξουσία, ενώ την επόμενη χρονιά βραβεύτηκε με το Χρυσό Μετάλλιο του Κογκρέσου, την υψηλότερη τιμή που αποδίδει το νομοθετικό σώμα των ΗΠΑ.
Στις 24 Οκτωβρίου 2005, σε ηλικία 92 ετών, η Ρόζα Παρκς πέθανε στο διαμέρισμά της στο Ντιτρόιτ, έχοντας διαγνωστεί πρωτύτερα με άνοια. Ο θάνατός της μνημονεύτηκε με πολυάριθμες εκδηλώσεις, ενώ η σορός της εκτέθηκε στην Ουάσιγκτον, με 50.000 κόσμου να αποδίδουν το ύστατο αντίο.
Στις 4 Φεβρουαρίου 2013, στην 100ή επέτειο από τη γέννησή της, αναρίθμητες επιμνημόσυνες εκδηλώσεις συντάραξαν την Αμερική, τιμώντας την πρωτεργάτρια του κοινωνικού ακτιβισμού. Ο πρόεδρος Ομπάμα αποκάλυψε το άγαλμά της μέσα στο Αμερικανικό Καπιτώλιο, δηλώνοντας: «Σε μία μόνο στιγμή, με την απλούστερη των κινήσεων, βοήθησε να αλλάξει η Αμερική, να αλλάξει ο κόσμος»...
Ο δημοτικός κώδικας του Montgomery υπαγόρευε ρητά ότι ο νόμος του διαχωρισμού λευκών και εγχρώμων όφειλε να εφαρμόζεται σε όλες τις δημόσιες συγκοινωνίες, δίνοντας ταυτόχρονα στον οδηγό εξουσίες αστυνομικού. Οι οδηγοί αποφάσιζαν λοιπόν πού θα καθόταν κάθε επιβάτης στο λεωφορείο τους, την ίδια στιγμή που μια λευκή γραμμή χώριζε το όχημα στη μέση: το μπροστινό μέρος ήταν για τους λευκούς και το φανερά μικρότερο πισινό τμήμα κρατούταν για τους έγχρωμους.
Όταν ένας αφρο-αμερικανός επιβάτης ήθελε να χρησιμοποιήσει το λεωφορείο, έπρεπε να μπει από την μπροστινή πόρτα για να πληρώσει το εισιτήριο στον οδηγό και κατόπιν να κατέβει για να ξαναμπεί από την πίσω πόρτα: απαγορευόταν να πατήσει στον χώρο των λευκών. Κι όταν οι λευκοί επιβάτες δεν είχαν πού να καθίσουν, ο οδηγός αύξανε τον χώρο τους (μειώνοντας φυσικά τον χώρο των εγχρώμων) και, αν χρειαζόταν, επέβαλλε στους έγχρωμους να σηκωθούν και να παραχωρήσουν τη θέση τους. Κι αν αυτοί αρνούνταν, ο οδηγός είχε την εξουσία να τους κατεβάσει από το λεωφορείο ή να ζητήσει τη συνδρομή της -κατάλευκης- αστυνομίας.
Μέσα στο πλαίσιο αυτό, την 1η Δεκεμβρίου 1955, έπειτα από μια εξαντλητική μέρα στη δουλειά της ως μοδίστρα, η Ρόζα Παρκς επιβιβάστηκε στο λεωφορείο της Cleveland Avenue για να επιστρέψει στο σπίτι της. Όπως και κάθε άλλη φορά, κάθισε στην πρώτη σειρά των «ειδικών» θέσεων για τους έγχρωμους επιβάτες, με το λεωφορείο να γεμίζει ωστόσο σύντομα από λευκούς. Ο οδηγός συνειδητοποιώντας κάποια στιγμή ότι μπόλικοι λευκοί ήταν όρθιοι στον διάδρομο, ενώ οι έγχρωμοι στρογγυλοκάθονταν στις θέσεις τους, σταμάτησε το λοιπόν το λεωφορείο και απαίτησε από 4 έγχρωμους να παραχωρήσουν τις θέσεις τους σε λευκούς επιβάτες: οι 3 συμμορφώθηκαν αμέσως, η Ρόζα όμως αρνήθηκε.
«Γιατί δεν σηκώνεσαι;», τη ρώτησε με περιέργεια ο οδηγός, που δεν είχε συνηθίσει σε τέτοια ανυπακοή. «Δεν νομίζω ότι πρέπει να σηκωθώ», του ανταπάντησε εκείνη. Ο οδηγός κάλεσε την αστυνομία, η οποία συνέλαβε την Παρκς επιτόπου. Η Ρόζα δεν ήταν κουρασμένη σωματικά, είχε κουραστεί απλώς να ενδίδει στο παράλογο -και τρομακτικό- του πράγματος! Αφού της απαγγέλθηκαν κατηγορίες, απελευθερώθηκε αργότερα τη νύχτα πληρώνοντας την εγγύηση...
Το απόγευμα που συνελήφθη η Παρκς, ο πρόεδρος της τοπικής του NAACP, E.D. Nixon, άρχισε να οργανώνει το μποϊκοτάζ στα λεωφορεία της πόλης: φυλλάδια μοιράστηκαν στις κοινότητες των εγχρώμων, που καλούσαν τον κόσμο να μη χρησιμοποιήσει τα λεωφορεία τη Δευτέρα 5 Δεκεμβρίου 1955, τη μέρα της δίκης δηλαδή της Ρόζα Παρκς, ως τρόπος διαμαρτυρίας.
Το πρωινό της επίμαχης μέρας, οι ηγέτες της τοπικής κοινότητας των Αφρο-Αμερικανών συναντήθηκαν για να κλιμακώσουν τη δράση τους. Ανάμεσα στις αποφάσεις που πήραν ήταν και η εκλογή του νεοφερμένου στην πόλη τους πάστορα στο συμβούλιο του αγώνα: ο ιερέας δεν ήταν άλλος από τον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ! Από κοινού αποφάσισαν ότι η υπόθεση της Παρκς παρείχε την καλύτερη δυνατή αφορμή για να αναλάβουν δράση που θα άλλαζε την κατάσταση δραστικά: όταν λοιπόν η Ρόζα έφτασε στο δικαστήριο εκείνο το πρωινό με τον δικηγόρο της, βρήκε 500 υποστηρικτές να την περιμένουν απ' έξω!
Μετά τη μισάωρη ακροαματική διαδικασία, η Παρκς κρίθηκε ένοχη για παραβίαση της διάταξης και της επιβλήθηκε πρόστιμο 10 δολαρίων και άλλα 4 δολάρια για τα δικαστικά έξοδα. Το μεγαλύτερο νέο της ημέρας ωστόσο ήταν αυτό που είχε πυροδοτήσει η πράξη της: το πρωτοφανές στα χρονικά μποϊκοτάζ στα λεωφορεία του Montgomery, που άφησαν τις συγκοινωνίες της πόλης λίγο-πολύ αδειανές: η συντριπτική πλειονότητα των 40.000 Αφρο-Αμερικανών του Montgomery πήγαν στις δουλειές τους με τα πόδια.
Η μεγαλειώδης συμμετοχή στο μποϊκοτάζ ώθησε τους ηγέτες της κοινότητας να το επεκτείνουν: επί μήνες, οι έγχρωμοι δημότες μετακινούνταν με κάθε δυνατό και αδύνατο τρόπο αποχαιρετώντας το λεωφορείο. Σύντομα το Montgomery έγινε σύμβολο αντίστασης στην καταπίεση, την ίδια ώρα που οι συγκοινωνίες μαράζωσαν, όπως και τα οικονομικά του δήμου.
Το μποϊκοτάζ των Αφρο-Αμερικανών δεν έμεινε ωστόσο χωρίς λευκή απάντηση: αναρίθμητοι ρατσιστές απάντησαν με βία στην ειρηνική διαμαρτυρία των εγχρώμων, ενώ ταυτόχρονα πολλές «μαύρες» εκκλησίες κάηκαν. Τα σπίτια των Μάρτιν Λούθερ Κινγκ και E.D. Nixon καταστράφηκαν από βομβιστικές επιθέσεις και κατόπιν το δημοτικό συμβούλιο ανέλαβε δράση: άρχισε να συλλαμβάνει μαζικά έγχρωμους για απίθανους λόγους και παράλογες αφορμές, κηρύσσοντας ανοιχτά πόλεμο.
Ως απάντηση, το συμβούλιο των Αφρο-Αμερικανών του Montgomery ανέλαβε ποινική δράση: μια ομάδα έγχρωμων δικηγόρων πήγε το θέμα του διαχωρισμού στο σύστημα μεταφορών στο Ανώτατο Δικαστήριο της Αλαμπάμα και δικαιώθηκαν! Τον Ιούνιο του 1956, το δικαστήριο κήρυξε μη συνταγματικό τον νόμο των φυλετικών διακρίσεων και τον Νοέμβριο επιβεβαίωσε τη θέση του, στην έφεση του Δήμου του Montgomery.
Το δημοτικό συμβούλιο εξαναγκάστηκε λοιπόν να ακυρώσει τον διαχωρισμό των ανθρώπων στις δημόσιες συγκοινωνίες και το μποϊκοτάζ έληξε επισήμως στις 20 Δεκεμβρίου 1956: το 381 ημερών μποϊκοτάζ, ένα από τα μεγαλύτερα και πιο πετυχημένα μαζικά κινήματα κατά του ρατσισμού στην Ιστορία, έγινε μνημείο αντίστασης και γέμισε τους Αφρο-Αμερικανούς ελπίδες για κοινωνική την αλλαγή που κοντοζύγωνε. Λίγο αργότερα ο Λούθερ Κινγκ θα είχε ένα όνειρο...
Παρά το γεγονός ότι δημοσίως ήταν πλέον σύμβολο του αγώνα για τα κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα των Αφρο-Αμερικανών, η Ρόζα Παρκς αντιμετώπισε ταλαιπωρίες και στερήσεις στους μήνες που ακολούθησαν τη σύλληψή της: η ίδια απολύθηκε από το κατάστημα που δούλευε, όπως και ο σύζυγός της, όταν το λευκό αφεντικό του έμαθε ότι ήταν η γυναίκα του που τα είχε ξεκινήσει όλα. Είχαν γίνει μάρτυρες του αγώνα τους.
Αφού στάθηκε αδύνατο να βρουν δουλειά, το ζευγάρι εγκατέλειψε το Montgomery και αναζήτησε μια νέα αρχή στο Ντιτρόιτ. Εκεί η Ρόζα θα εργαζόταν ως γραμματέας στο γραφείο του έγχρωμου εκπροσώπου στη Βουλή των Αντιπροσώπων John Conyer, υπηρετώντας παράλληλα ως μέλος του συμβουλίου της Ομοσπονδίας Οικογενειακού Προγραμματισμού της Αμερικής.
Το 1987, από κοινού με την πιστή της φίλη Elaine Eason Steele, ίδρυσαν το «Rosa and Raymond Parks Institute for Self-Development» με έργο την εξοικείωση των νέων παιδιών στις πρακτικές της κοινωνικής ισότητας. Το 1992, η Παρκς εξέδωσε την αυτοβιογραφία της, «Rosa Parks: My Story», ανακαλώντας τα ζοφερά χρονικά του να μεγαλώνει κάποιος έγχρωμος στον ρατσιστικό αμερικανικό Νότο. Το 1995 επιστρέφει στη συγγραφή και εκδίδει το «Quiet Strength», που συνοψίζει τις αναμνήσεις της δίνοντας έμφαση στον ρόλο που έπαιξε η θρησκευτική πίστη στη ζωή της...
Η Ρόζα Παρκς έχει βραβευθεί εκτεταμένα στη ζωή της, περιλαμβάνοντας τη μεγαλύτερη τιμή του NAACP (το πολύτιμο Spingarn Medal) αλλά και το περίβλεπτο Βραβείο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ. Στις 9 Σεπτεμβρίου 1996, ο πρόεδρος Μπιλ Κλίντον απένειμε στην Παρκς το Προεδρικό Μετάλλιο της Ελευθερίας, την υψηλότερη τιμή που μπορεί να αποδώσει σε Αμερικανό πολίτη η εκτελεστική εξουσία, ενώ την επόμενη χρονιά βραβεύτηκε με το Χρυσό Μετάλλιο του Κογκρέσου, την υψηλότερη τιμή που αποδίδει το νομοθετικό σώμα των ΗΠΑ.
Στις 24 Οκτωβρίου 2005, σε ηλικία 92 ετών, η Ρόζα Παρκς πέθανε στο διαμέρισμά της στο Ντιτρόιτ, έχοντας διαγνωστεί πρωτύτερα με άνοια. Ο θάνατός της μνημονεύτηκε με πολυάριθμες εκδηλώσεις, ενώ η σορός της εκτέθηκε στην Ουάσιγκτον, με 50.000 κόσμου να αποδίδουν το ύστατο αντίο.
Στις 4 Φεβρουαρίου 2013, στην 100ή επέτειο από τη γέννησή της, αναρίθμητες επιμνημόσυνες εκδηλώσεις συντάραξαν την Αμερική, τιμώντας την πρωτεργάτρια του κοινωνικού ακτιβισμού. Ο πρόεδρος Ομπάμα αποκάλυψε το άγαλμά της μέσα στο Αμερικανικό Καπιτώλιο, δηλώνοντας: «Σε μία μόνο στιγμή, με την απλούστερη των κινήσεων, βοήθησε να αλλάξει η Αμερική, να αλλάξει ο κόσμος»...
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου