Σε δύο νέες μελέτες που δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό «Nature» ρίχνουν φως στο «μυστήριο» των φωτεινών σημείων στην επιφάνεια της «Δήμητρας». Σύμφωνα με την πρώτη μελέτη το υλικά που δίνει την λάμψη στην επιφάνεια του αστεροειδούς είναι ένας είδος αλατιού, ενώ η δεύτερη μελέτη λέει ότι μπορεί να είναι αμμωνία πλούσια σε άργιλο. Η NASA με την σειρά της έδωσε στην δημοσιότητα ένα εντυπωσιακό βίντεο με βάση τα συμπεράσματα των ερευνών.
Όταν ένας μικρότερος αστεροειδής πέφτει πάνω στη Δήμητρα, δημιουργεί έναν κραστήρα, φέρνοντας έτσι στο φως ένα υπόγειο στρώμα αλμυρού πάγου. Όσο πιο πρόσφατο είναι αυτό το παγωμένο νερό με τα άλατα, τόσο πιο πολύ λάμπει η περιοχή. Καθώς σταδιακά ο εκτεθειμένος πάγος εξαχνώνεται (μετατρέπεται απευθείας σε αέριο), οι κηλίδες θα γίνονται πιο αχνές με το πέρασμα του χρόνου.
Οι επιστήμονες, με επικεφαλής τον Αντρέας Ναθούες του γερμανικού Ινστιτούτου Μαξ Πλανκ για την Έρευνα στο Ηλιακό Σύστημα, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό "Nature", ανέλυσαν τα στοιχεία που έστειλε η διαστημοσυσκευή «Αυγή» (Dawn) της Αμερικανικής Διαστημικής Υπηρεσίας (NASA), που βρίσκεται σε τροχιά γύρω από τη Δήμητρα από τον Μάρτιο.
Οι επιστήμονες κατέληξαν στο κατ' αρχήν συμπέρασμα (που δεν είναι οριστικό) ότι τα φωτεινά σημάδια αποτελούνται κυρίως από ένυδρα θειϊκά άλατα του μαγνησίου, όπως ο εξαϋδρίτης. Τέτοια άλατα στη Γη, γνωστά και ως «άλατα Έψομ (Epsom)», χρησιμοποιούνται ποικιλοτρόπως: στο μπάνιο για χαλάρωση των μυών, ως φάρμακο (π.χ. για τη φλεγμονή των αρθρώσεων), ως καλλυντικό, στην κηπουρική κ.α.
Η ανάλυση των εικόνων δείχνει ότι υπάρχουν περίπου 130 τέτοιες φωτεινές κηλίδες στη Δήμητρα, η οποία, με διάμετρο περίπου 950 χιλιομέτρων, είναι το μεγαλύτερο σώμα στη ζώνη των αστεροειδών μεταξύ 'Αρη και Δία.
Τα φωτεινά σημάδια βρίσκονται κυρίως σε κρατήρες και είναι πολύ πιο φωτεινά από την υπόλοιπη επιφάνεια της Δήμητρας, η οποία δεν αντανακλά περισσότερο φως από ό,τι μια φρεσκοστρωμένη άσφαλτος. Οι κηλίδες, αντίθετα, έχουν μια λάμψη που κυμαίνεται από εκείνη του τσιμέντου έως εκείνη των πάγων στους ωκεανούς της Γης.
Η Δήμητρα έχει μικρή πυκνότητα και εκτιμάται ότι το ένα τέταρτο της μάζας της αποτελείται από νερό, το περισσότερο από το οποίο βρίσκεται σε μορφή πάγου κάτω από τη σκοτεινή επιφάνειά της. Οι πάγοι αυτοί φαίνεται πως παίζουν ρόλο στη δημιουργία των εναποθέσεων αλάτων. Όταν ένας αστεροειδής πέφτει στην επιφάνεια της Δήμητρας, στον κρατήρα που δημιουργείται, ο πάγος και τα ορυκτά άλατα εκτίθενται στην ηλιακή ακτινοβολία και αντανακλούν πλέον με έντονη λάμψη.
Η εξήγηση αυτή θα πρέπει πάντως να επιβεβαιωθεί, όταν η διαστημοσυσκευή "Dawn" κάνει το τέταρτο και τελευταίο πέρασμά της πάνω από τη Δήμητρα έως το τέλος του έτους, σε ύψος 375 χλμ. από την επιφάνεια, πολύ χαμηλότερα από τις τρεις προηγούμενες φορές.
Μία δεύτερη μελέτη, που παρουσιάσθηκε επίσης στο «Nature», με επικεφαλής τη Μαρία Κριστίνα Ντε Σάνκτις του Ινστιτούτου Αστροφυσικής και Διαστημικής Πλανητολογίας της Ρώμης, ανέλυσε άλλα στοιχεία του «Dawn». Διαπίστωσε ότι η επιφάνεια της Δήμητρας περιέχει ασυνήθιστα μεγάλες ποσότητες αμμωνίας, που δεν συνηθίζεται στη θερμότερη ζώνη των αστεροειδών, αλλά σε πιο κρύες περιοχές του διαστήματος.
Το συμπέρασμα των ερευνητών είναι ότι πιθανώς η Δήμητρα αρχικά σχηματίσθηκε πολύ μακρύτερα από το σημερινό σημείο της, ίσως πέρα από τον Ποσειδώνα, και στη συνέχεια -σε μια περίοδο που οι τροχιές των πλανητών ήσαν ακόμη ασταθείς- «μετανάστευσε» πιο κοντά στον Ήλιο, εκεί όπου βρίσκεται σήμερα.
Μια εναλλακτική εξήγηση είναι ότι ανέκαθεν η Δήμητρα βρισκόταν στο σημερινό σημείο, μεταξύ 'Αρη και Δία, αλλά σταδιακά έπεφταν πάνω της μικρά αντικείμενα πλούσια σε αμμωνία, προερχόμενα από τις παγωμένες εσχατιές του ηλιακού μας συστήματος.
ΠΗΓΗ 1
ΠΗΓΗ 2
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου