Φουλχένσιο Μπατίστα, ο δυο φορές πραξικοπηματίας που δεν ήταν παρά μαριονέτα των Αμερικανών.
Εκείνη την 1η Ιανουαρίου 1959, την «Πρωτοχρονιά της Ελευθερίας», όταν οι πρώτοι γενειοφόροι επαναστάτες της Κούβας, οι περιβόητοι «μπαρμπούδος», πάτησαν το πόδι τους στα προάστια της Αβάνας τη βρήκαν εντελώς ανυπεράσπιστη.
Έχοντας τσακίσει την κυβερνητική αντίσταση στη Σάντα Κλάρα, υποτάσσοντας τον πολυάριθμο και καλά οπλισμένο από τις ΗΠΑ τακτικό στρατό της Κούβας, είχαν αναγκάσει τον δικτάτορα-μαριονέτα Φουλχένσιο Μπατίστα να εγκαταλείψει άρον άρον τη χώρα.
Εκείνη η Πρωτοχρονιά σήμαινε για τους Κουβανούς πολλά περισσότερα από τον ερχομό ενός νέου έτους: επί έναν και πλέον αιώνα πολεμούσαν για την ανεξαρτησία τους, πρώτα ενάντια στους ισπανούς αποικιοκράτες και στη συνέχεια κατά των γιάνκηδων της Ουάσιγκτον και των διορισμένων από αυτούς κουβανικών καθεστώτων, σαν αυτό του λοχία Μπατίστα δηλαδή που έγινε δικτάτορας και κυβέρνησε την Κούβα για σχεδόν τρεις δεκαετίες.
Η θριαμβευτική είσοδος των «μπαρμπούδος» στην Αβάνα γιορτάστηκε δεόντως από τον καταπιεσμένο και στρατοκρατούμενο λαό, ο οποίος δεν πίστευε ότι οι αντάρτες του Κάστρο θα κατάφερναν να ανατρέψουν τόσο εύκολα όχι φυσικά τον ίδιο τον Μπατίστα και τους θρασύδειλους, όπως αποδείχθηκε, επιτελείς του, οι οποίοι έσπευσαν να το βάλουν στα πόδια μπροστά στα δύσκολα, αλλά την Αμερική και τα εγκατεστημένα στην Κούβα παντοδύναμα επιχειρηματικά συμφέροντά της.
Οι ΗΠΑ είχαν υποστηρίξει φανερά και παρασκηνιακά τον Μπατίστα από τη στιγμή που ανήλθε στην εξουσία το 1952 και τώρα ένιωθαν φανερά αμήχανες που το πιόνι τους φυγαδευόταν μακριά από το νησί που τόσο είχε βυθίσει στον όλεθρο, αφήνοντάς το βορά στα ξενόφερτα συμφέροντα των μεγάλων τραστ αλλά και του οργανωμένου εγκλήματος.
Διαφθορά, βιαιότητες και αναποτελεσματικότητα χαρακτήρισαν τα χρόνια του Μπατίστα στο τιμόνι της Κούβας, ο οποίος κυβέρνησε με τον έναν (παρασκηνιακός ηγέτης και πρόεδρος από το 1933-1944) ή τον άλλο (δικτάτορας από το 1952-1958) τρόπο τη χώρα, διαθέτοντας τεράστια δύναμη ήδη από το 1933.
Παρά ταύτα, η Ιστορία θα τον θυμάται πάντα ως τον άνθρωπο που ανατράπηκε από τον Φιντέλ Κάστρο, μιας και ό,τι είχε εκείνος να επιδείξει σε επίπεδο κυβερνητικού έργου ήταν μάλλον αντικουβανικό: διώξεις και φυλακίσεις στους αντιφρονούντες, τρομοκρατικό κράτος και πλουτισμός του ίδιου και των πρωτοπαλίκαρών του…
Πρώτα χρόνια
Ο Φουλχένσιο Μπατίστα Ζαλδιβάρ γεννιέται στις 16 Ιανουαρίου 1901 μέσα σε εξαθλιωμένη αγροτική οικογένεια αγωνιστών, μιας και οι δυο γονείς του είχαν πολεμήσει στον Κουβανικό Πόλεμο της Ανεξαρτησίας. Ο μικρός μεγαλώνει μέσα στη φτώχεια και αναγκάζεται να δουλέψει την ώρα που φοιτά στο δημόσιο σχολείο της αγροτικής κομητείας όπου ζούσε.
Σε ηλικία 14 ετών, έχοντας μόλις χάσει τη μητέρα του, φεύγει από το σπίτι και κάνει αναρίθμητες δουλειές του ποδαριού για να επιβιώσει, ως ανειδίκευτος εργάτης σε λιμάνια, σιδηροδρόμους και φυτείες ζαχαροκάλαμου. Το βράδια πηγαίνει σε νυχτερινό αμερικανικό ιεραποστολικό σχολείο και αργότερα δουλεύει σε ραφείο, συνεργείο αυτοκινήτων και μικροπωλητής τελικά.
Βλέποντας το οικονομικό αδιέξοδο, κατεβαίνει στην Αβάνα τον Απρίλιο του 1921 και στρατολογείται εθελοντικά ως δόκιμος στον κουβανικό στρατό. Δύο χρόνια αργότερα, ξεφτέρι στη στενογραφία και τη δακτυλογράφηση, εγκαταλείπει το στράτευμα και πιάνει δουλειά ως στενογράφος. Όταν αποτυγχάνει κι εδώ, επιστρέφει στα σώματα ασφαλείας, τώρα στην Αγροφυλακή.
Λίγο αργότερα προσχωρεί ξανά στον Στρατό ως δεκανέας και τώρα υπηρετεί ως γραμματέας σε έναν συνταγματάρχη. Ως λοχίας στενογράφος, θα εμπλακεί ενεργά με το συνωμοτικό κίνημα των κατώτερων αξιωματικών που αποζητούσαν καλύτερη μοίρα στο στράτευμα. Μηχανορράφος και δολοπλόκος καθώς ήταν, απολάμβανε πια της εκτίμησης ενός μεγάλου κύκλου αξιωματικών και μετατράπηκε έτσι στον σκιώδη ηγέτη του «Κινήματος των Λοχιών», το οποίο εκμεταλλευόμενο το κενό εξουσίας που άφησε πίσω της η κατάρρευση του καθεστώτος του Γεράρδο Μασάδο μετατρέπεται σε πραξικόπημα και καταλαμβάνει αναπάντεχα την εξουσία, ελέγχοντας τελικά όλες τις κουβανικές ένοπλες δυνάμεις. Η κατάλυση του πολιτεύματος γίνεται κάτω από τη στενή πάντα συνεργασία της αμερικανικής πρεσβείας της Αβάνας.
Χαρισματικός για τους κύκλους του, ο Μπατίστα δουλεύει παρασκηνιακά στην «Πενταρχία του 1933», όπως ονομάστηκε το δικτατορικό καθεστώς των πέντε σκιωδών ηγετών, μιας και τα ηνία κρατούσε στο σκοτάδι ο λοχίας που είχε εντωμεταξύ προαχθεί μαγικά σε συνταγματάρχη! Ο οποίος μέσω συμμαχιών με φοιτητικές ενώσεις και εργατικά σωματεία, ξεπηδά ως ο de facto ηγέτης της Κούβας και ο ισχυρός της άντρας, όντας πίσω από όλους τους επόμενους προέδρους της χώρας.
Σύντομα βέβαια οι προσωπικές του φιλοδοξίες θα έβρισκαν διέξοδο και κάποια στιγμή τα έσπασε με τους πραξικοπηματίες συνεργάτες του αλλά και τα φοιτητικά κινήματα που έλεγχε…
Πρώτη προεδρική θητεία
Ήταν το 1938 όταν ο παρασκηνιακός ηγέτης της Κούβας, Φουλχένσιο Μπατίστα, παρήγγειλε νέο Σύνταγμα και κατέβηκε στον προεκλογικό στίβο ως υποψήφιος πρόεδρος. Στις εκλογές του 1940, μέσω εκτεταμένης νοθείας και διάχυτου εκφοβισμού, εκλέγεται πρόεδρος της χώρας. Ένα από τα πρώτα πράγματα που κάνει είναι να προσδέσει τη χώρα του στο συμμαχικό άρμα του Β’ Παγκοσμίου και να αναζητήσει ευρύτερες συμμαχίες.
Επιδιώκει μάλιστα να κάνει αρκετά πράγματα και η πρώτη του αυτή θητεία έχει μάλλον θετικό κοινωνικό πρόσημο. Κι έτσι κατεβαίνει στον εκλογικό στίβο του 1944 με τον αέρα του νικητή, ηττάται όμως από τον δρα Ραμόν Γκράου και τα μαζεύει για Αμερική μεριά.
Εκεί θα περάσει τα επόμενα χρόνια, στην Ακτή Ντεϊτόνα της Φλόριντα, διατηρώντας ωστόσο τις επαφές του με το νησί. Τέσσερα χρόνια αργότερα, το 1948, επιστρέφει στην Κούβα και κατεβαίνει ξανά στον πολιτικό στίβο. Εκλέγεται γερουσιαστής και οι ελπίδες του για πολιτική καριέρα φτερουγίζουν ξανά.
Ιδρύει έναν συντηρητικό δεξιό πολιτικό φορέα, πάντα κάτω από τις ευλογίες των ΗΠΑ, και συμμετέχει στις εκλογές του 1952 ως πρόεδρος κόμματος. Θεωρεί μάλιστα πως θα θριαμβεύσει εύκολα στην αναμέτρηση, μιας και νιώθει ότι έχει λείψει στον κουβανικό λαό. Κατατάσσεται τελικά τρίτος, αν και δεν φαίνεται διατεθειμένος να εγκαταλείψει την προσπάθεια.
Με τους συνωμοτικούς θύλακές του στον στρατό και την αμέριστη συμπαράσταση της Αμερικής, κάνει νέο πραξικόπημα στις 10 Μαρτίου 1952, τρεις σχεδόν μήνες μετά τις εκλογές, και καταλύει για άλλη μια φορά το δημοκρατικό πολίτευμα αναγκάζοντας τον πρόεδρο της Κούβας να ζητήσει άσυλο στο Μεξικό. Τώρα αυτοανακηρύσσεται «προσωρινός πρόεδρος» και βλέπει αμέσως τις ΗΠΑ να αναγνωρίζουν το καθεστώς του…
Δεύτερη δικτατορική διακυβέρνηση
Ο Μπατίστα ήταν για άλλη μια φορά ηγέτης της Κούβας, την τρίτη στη ζωή του, και μοιραία επανέφερε σε όλες τις θέσεις ευθύνης τους συντρόφους του από τον στρατό και τον κρατικό μηχανισμό. Ένας νεαρός δικηγόρος ονόματι Φιντέλ Κάστρο προσπαθεί να τον φέρει ενώπιον της δικαιοσύνης για να λογοδοτήσει για την κατάλυση της δημοκρατίας, συνειδητοποιεί ωστόσο γρήγορα ότι ο δικτάτορας ελέγχει το νησί από άκρη σε άκρη.
Την ώρα που τα ελεγχόμενα από τις ΗΠΑ λατινοαμερικάνικα καθεστώτα σπεύδουν να αναγνωρίσουν το καθεστώς Μπατίστα, ο Κάστρο καταλαβαίνει πως δεν μπορεί να τον ανατρέψει με νομικά μέσα. Τα όπλα θα είναι η μόνη λύση. Εντωμεταξύ, η «μαμά Αμερική» εγκαθιστά στην Κούβα νέα επιχειρηματικά συμφέροντα, τόσο φανερά, όπως αυτά των μεγάλων εταιρειών σαν την ΑΤ&Τ ή τη United Fruit, όσο και υπόγεια, όπως τα μεγάλα καζίνο και τους πολυτελείς οίκους ανοχής της μαφίας του Σικάγου, η οποία σύντομα θα έχει επενδύσει πάνω από 1 δισ. δολάρια στη βιομηχανία ακολασίας της άτυπης «51ης Πολιτείας των ΗΠΑ», όπως χαρακτήριζαν την Κούβα τα μέλη του Κογκρέσου.
Το νέο αμερικανοκίνητο πραξικόπημα του 1952 που επανέφερε στην εξουσία τον Μπατίστα ήταν βεβαίως το καθοριστικό σημείο καμπής για τον Κάστρο, η σταγόνα που τον μετέτρεψε από νεαρό κεντρώο δικηγόρο σε φλογερό επαναστάτη. Επηρεασμένος από τον μικρό αδελφό του, Ραούλ, παθιασμένο κομμουνιστή, περνά στην παρανομία και έπειτα από ένα σύντομο διάστημα προπαρασκευής επιτίθεται στις 26 Ιουλίου 1953, εν μέσω του τοπικού καρναβαλιού, με 135 συντρόφους του στον στρατώνα της Μονκάδα, έξω από τη συμπρωτεύουσα Σαντιάγο, με σκοπό την ανατροπή του Μπατίστα.
Η αποτυχία της επίθεσης υπήρξε παταγώδης: οι μισοί σύντροφοί του σκοτώθηκαν στη μάχη ή εκτελέστηκαν και οι αδελφοί Κάστρο συνελήφθησαν και αντιμετώπιζαν τώρα τη θανατική ποινή. Στο δικαστήριο ο Φιντέλ υπερασπίστηκε τον εαυτό του με την περίφημη ομιλία του («Καταδικάστε με, δεν έχει σημασία. Η Ιστορία θα με δικαιώσει!») και καταδικάστηκε τελικά σε κάθειρξη 15 ετών.
Οι σπόροι του αντιστασιακού Κινήματος της 26ης Ιουλίου είχαν πάντως τεθεί και τα αδέλφια Κάστρο προετοίμαζαν από τα κάγκελα τον αγώνα της ανατροπής του. Ο Μπατίστα είχε διαβλέψει την άνοδο του πολιτικού άστρου του Κάστρο εδώ και κάποιον καιρό και προσπάθησε μάλιστα να τον προσεταιριστεί κάνοντάς του γαμήλιο δώρο 1.000 δολαρίων!
Λιγότερο από δύο χρόνια αργότερα, το 1955, ο Μπατίστα αναγκάζεται να χορηγήσει γενική αμνηστία και οι αδελφοί Κάστρο φεύγουν αμέσως για το Μεξικό. Εκεί ο Φιντέλ θα γνωρίσει τον νεαρό αργεντινό γιατρό Ερνέστο «Τσε» Γκεβάρα και τα υπόλοιπα είναι λίγο πολύ Ιστορία.
Την ώρα που ο λαός στενάζει στο εσωτερικό, η Κούβα του Μπατίστα μετατρέπεται σε τουριστικό παράδεισο για τις ΗΠΑ. Εκατομμύρια Αμερικανοί συνωστίζονται κάθε χρόνο στο νησί για οικογενειακή χαλάρωση ή κακόφημη διασκέδαση, αφού η Κούβα τα παρέχει όλα απλόχερα. Διατηρώντας αγαστές σχέσεις τόσο με την αμερικανική επιχειρηματική ελίτ όσο και τη Μαφία (ο Λάκι Λουτσιάνο ζούσε στην Κούβα για ένα διάστημα), ο δικτάτορας τα ξεπουλά όλα στις ΗΠΑ και το οργανωμένο έγκλημά τους και τόσο αυτός όσο και οι πραξικοπηματίες συνεργάτες του πλουτίζουν.
Ο θρυλικός «Mαφιόζος Λογιστής» Μέγιερ Λάνσκι συνεργαζόταν τώρα στενά με τον Μπατίστα για την έγκαιρη ολοκλήρωση των ξενοδοχείων της μαφίας και τα επίπεδα κρατικής διαφθοράς άγγιξαν κόκκινο. Ο δικτάτορας έκλεινε τα στόματα όσων γνώριζαν ή δεν συμφωνούσαν και οι ΗΠΑ είχαν στήσει μια μπίζνα-χρυσωρυχείο στο νησί. Μέχρι και μερτικό έκοψε στον Μπατίστα ο Μέγιερ Λάνσκι από τα καζίνο και τα υπερπολή ξενοδοχεία των «νονών». Στα οποία διαμένει κάθε τόσο και χωρίς κανένα πρόβλημα ο τότε αντιπρόεδρος των ΗΠΑ, Ρίτσαρντ Νίξον.
Η τουριστική Αβάνα ανθεί, έξω όμως από τα προάστιά της ο λαός πεινάει, μιας και αυτός δεν επωφελείται καθόλου από τα δολάρια των τουριστών. Ολοένα και περισσότεροι συντάσσονται στο αντιστασιακό κίνημα του Κάστρο και πειρατικοί ραδιοσταθμοί λειτουργούν πια σε ολόκληρο το νησί.
Όσο ενδυναμώνονταν όμως οι αντάρτες στα βουνά, τόσο πιο πολύ βίαιος γινόταν ο Μπατίστα, οι δυνάμεις ασφαλείας του οποίου στράφηκαν στα βασανιστήρια και τις εκτελέσεις για να απαλλαγούν από τους «μπαρμπούδος». Τώρα τα πανεπιστήμια ήταν κλειστά, μιας και ήταν άντρα εκκόλαψης επαναστατών…
Κουβανική Επανάσταση και τέλος
Στις 26 Νοεμβρίου 1956, μια ετερόκλητη ομάδα 81 ανδρών ταξιδεύουν από το Μεξικό στην Κούβα με ένα αμερικανικό ξύλινο γιοτ, το θρυλικό «Granma» («Γιαγιάκα»). Οι αντάρτες αποβιβάζονται στους βάλτους, πέφτουν όμως σε ενέδρα και αποδεκατίζονται. Μόλις 20 από αυτούς επιζούν και καταφεύγουν στην οροσειρά Σιέρα Μαέστρα. Το λαϊκό μίσος ενάντια στον Μπατίστα και τις ΗΠΑ είναι όμως τόσο έντονο ώστε πολύ σύντομα το κίνημα του Κάστρο γιγαντώνεται.
Τα επόμενα χρόνια χαρακτηρίζονται από εμφύλιες συγκρούσεις και οι επαναστάτες ελέγχουν πια μεγάλα τμήματα της ορεινής Κούβας. Μέχρι τα τέλη του 1958, όταν η Σάντα Κλάρα έπεσε στα χέρια του Τσε και του Γουίλιαμ Μόργκαν, ο Μπατίστα συνειδητοποίησε ότι δεν υπήρχαν και πολλά πια να κάνει για να καταπνίξει την Κουβανική Επανάσταση. Αυτός και τα φιλαράκια του στις ΗΠΑ είχαν ηττηθεί.
Κι έτσι την Πρωτοχρονιά του 1959, έχοντας εξουσιοδοτήσει έναν αξιωματούχο του να συνεχίσει να μάχεται τους επαναστάτες, ο δικτάτορας εγκαταλείπει τη χώρα μεταφέροντας στο αεροπλάνο πολλά σεντούκια με αρκετά εκατομμύρια δολάρια εντός τους.
Ο πάμπλουτος αυτοεξόριστος δικτάτορας καταλάγιασε τελικά στην Πορτογαλία και έζησε τα υπόλοιπα χρόνια του χωρίς σκοτούρες. Υπηρετούσε για σειρά ετών ως πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου μιας ισπανικής ασφαλιστικής εταιρίας, δεν είχε όμως οικονομικά προβλήματα πάνω από το κεφάλι του.
Αφού έγραψε και μερικά βιβλία, απόλαυσε τα τελευταία χρόνια της ζωής του με τη δεύτερη σύζυγό του και τα πέντε παιδιά από τον νέο γάμο του. Είχε επίσης άλλα τρία παιδιά με την πρώτη του σύζυγο, από την οποία χώρισε το 1945.
Ο Φουλχένσιο Μπατίστα έφυγε από τον κόσμο στις 6 Αυγούστου 1973. Φημολογείται ότι δύο μέρες πρωτύτερα είχε αναχωρήσει από την Κούβα ένα δολοφονικό απόσπασμα με συμβόλαιο θανάτου εναντίον του. Εντολοδότης λέγεται πως ήταν ο Φιντέλ…
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου