Ξεκινήσαμε αυτή τη ματιά στα Μουντιάλ για να δείξουμε ότι δεν υπάρχει Παγκόσμιο Κύπελλο που να μην συνδιαμορφώνεται από εκάστοτε κέντρα πολιτικής και οικονομικής εξουσίας. Ότι η πολιτική με το ποδόσφαιρο δεν είναι μόνο σημείο των καιρών, αλλά συνυφασμένη με αδιάρρηκτους δεσμούς από το πρώτο κιόλας παγκόσμιο Κύπελλο.
Μακριά από σκέψεις ότι «όλα είναι φτιαχτά» δεν μπορούμε ωστόσο να μη δούμε ότι δεν υπάρχει Μουντιάλ που να καθορίστηκε και αυτό με τη σειρά του να μη καθόρισε κοινωνικές πολιτικές εξελίξεις.
Το Μουντιάλ του 1966 μπορεί να μην είχε έναν Πρωθυπουργό η μια Βασίλισσα που ήθελε σώνει και καλά το βαρύτιμο τρόπαιο, αλλά είχε μια ολόκληρη χώρα και τους απανταχού φίλους της στο κόσμο που έπρεπε να πείσει ότι το αγγλικό Ποδόσφαιρο έχει νομοτελειακά κυρίαρχο ρόλο.
Η Αγγλία δεν έδινε καμιά σημασία στις διεθνείς διοργανώσεις και τις σνόμπαρε όλα αυτά τα χρόνια όμως ήρθε να τα αλλάξει το Παγκόσμιο Κύπελλο του ’50 και ο ντροπιαστικός αποκλεισμός από τις ΗΠΑ. Και έτσι 16 χρόνια μετά η Αγγλία στο σπίτι της έπρεπε να αποδείξει ότι όσον αφορά το Ποδόσφαιρο όλα ξεκινούν και σταματούν εδώ.
Το πρώτο στοίχημα που κέρδισε η Αγγλία ήταν το ενδιαφέρον του κόσμου για το ποδόσφαιρο. Ναι, μόνο σε αυτή τη χώρα θα έβλεπες ένα γεμάτο Γκούντισον Παρκ από 50000 θεατές να παρακολουθεί τους Βόρειοκορεάτες που ξέχασαν να αμυνθούν και από 0-3 έχασαν με 5-3 από τη Πορτογαλία του Εουσέμπιο.
Επίσης παρά το γεγονός ότι η χώρα ήταν ένας από τους πρωταγωνιστές του ψυχρού πολέμου, το χειροκρότημα στις χώρες του Ανατολικού μπλοκ και στους ποδοσφαιριστές ήταν πραγματικά ενθουσιώδες.
Η Αγγλία ξεκίνησε με απογοητευτικό τρόπο τη διοργάνωση. Ισοπαλία με την Ουρουγουάη και μετά τα πρώτα παιχνίδια δεν είχε το κλίμα εμπιστοσύνης ότι αυτή θα ήταν η επόμενη Παγκόσμια Πρωταθλήτρια.
Παιχνίδι με το παιχνίδι όμως και με το γεγονός του τραυματισμού του Πελέ, την αδυναμία των υπολοίπων Πορτογάλων να ακολουθήσουν το φανταστικό Εουσέμπιο αλλά και μια Σοβιετική Ένωση η οποία έδειχνε ότι είχε ταβάνι, καθώς και με την Ιταλία ταπεινωμένη και πρόωρα στο καναβάτσο, οι Άγγλοι άρχισαν να το πιστεύουν.
Τώρα πια είχαν ένα βήμα αλλά και μια κόντρα που και αυτή θα έμελλε να κρατήσει για χρόνια. Έναν τελικό με τη Γερμανία.
Μόνο η Γερμανία θα μπορούσε να αντέξει, να ισοφαρίσει και να στείλει τέτοιο αγώνα ενώπιον 100.000 θεατών στη παράταση. Η συνέχεια σε όλους γνωστή. Το 3ο γκολ της Αγγλίας στον αγώνα με το ερώτημα να μην έχει απαντηθεί έως σήμερα: πέρασε ή δεν πέρασε η μπάλα τη γραμμή;
O άρχοντας του αγώνα, ο Ελβετός Ντιένστ, είχε πάρει την απόφασή του να τρέξει προς τη σέντρα και να δείξει γκολ. Αλήθεια. ποιος θα μπορούσε να κάνει κάτι διαφορετικό; Το τρίτο προσωπικό γκολ του Χέρστ στο ματς λίγο αργότερα θα έκλεινε ένα θρίαμβο και μια χώρα να πανηγυρίζει ένα Παγκόσμιο Κύπελλο που όμως δεν έχει επαναληφθεί μέχρι σήμερα.
Η συμμετοχή και μόνο της Αγγλίας σε ένα Μουντιάλ καλύπτει σε πολλές διοργανώσεις το ίδιο το Μουντιάλ. «Η Αγγλία είναι το φαβορί». Χιλιοειπωμένη φράση τουλάχιστον μέχρι μερικά χρόνια πριν για κάθε Παγκόσμιο Κύπελλο μετά το 1966 .Οι Άγγλοι οπαδοί και ο μύθος που τους κυνηγά,αλλά και οι κακές τους στιγμές που είναι αρκετές. Η ιντριγκαδόρικη και κίτρινη δημοσιογραφία παγκοσμίως, πάντα ακολουθεί την Αγγλία και τον ποδοσφαιρικό μικρόκοσμό της.
Η Αγγλία, όπως και κάθε Παγκόσμια Ποδοσφαιρική δύναμη, έχει φίλους αλλά και ορκισμένους εχθρούς. Όλοι όμως διαπιστώνουν ότι ακόμα και στην εποχή των social media, ακόμα και τώρα που οι βλέψεις της είναι αναγκαστικά χαμηλές, ακόμα και ένα φιλικό της Αγγλίας είναι πολλές φορές μια καταιγίδα συναισθημάτων, μια επίκληση στην ποδοσφαιρική ιστορική μνήμη των 100.000 με τις ροκάνες στο Γουέμπλεϊ και κακά τα ψέμματα μια ιστορική επιβεβαίωση ότι όλα γεννήθηκαν εδώ!
Το Μουντιάλ του 1966 δεν έστειλε το μήνυμα ότι η Αγγλία θα είναι διαχρονικά η καλύτερη ομάδα του Κόσμου αλλά σίγουρα έστειλε το μήνυμα ότι όσα χρόνια και να περάσουν, σχεδόν τα πάντα στο ποδόσφαιρο θα είναι Αγγλο-κεντρικά και ότι και το εμπορευματοποιημένο ποδόσφαιρο που παράγει υπερπροϊον δεν μπορεί να σταθεί χωρίς την εθνική Αγγλίας και το αγγλικό ποδόσφαιρο. Ωστόσο και η αντίπερα όχθη του ρομαντισμού δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς τις καθημερινές μικρές ιστορίες της Κόνφερανς, των ερασιτεχνικών σωματείων και φυσικά των οπαδών.
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου