Ποιες είναι οι συνέπειες που προκαλούνται από την έλλειψη βιταµινών στην υγεία των κυριότερων παραγωγικών ζώων; Ποιες είναι οι επιπτώσεις στην υγεία των ζώων από τις υπερβολικές δόσεις βιταμίνης; Δείτε παρακάτω τα νοσήµατα που προκαλούνται στα ζώα και κυρίως στα αγροτικά ζώα από την έλλειψη βιταµινών ή περίσσεια των βιταμινών που καταναλώνουν.
Oι βιταµίνες είναι διάφορες οργανικές ουσίες που είναι απαραίτητες σε µικρές ποσότητες στους ζωικούς οργανισµούς για τη ρύθµιση των διάφορων µεταβολικών εξεργασιών για την διασφάλιση της υγείας, της σωµατικής αύξησης, της παραγωγής και της αναπαραγωγής τους. Ανήκουν στις «οργανικές θρεπτικές ουσίες», αφού συµµετέχουν στο φαινόµενο της θρέψης του ζωικού οργανισµού και δεν χρησιµεύουν ως πηγές ενέργειας αλλά ως ρυθµιστές (βιοκαταλύτες) των ποικίλων µεταβολικών επεργασιών που λαµβάνουν χώρα µέσα σε αυτόν.
Οι βιταµίνες δε σχηµατίζονται - συνθέτονται από τον οργανισµό, αλλά εισέρχονται σε αυτόν µε τις τροφές. Έχουν µεγάλη σηµασία για την ορθολογική διατροφή των ζώων και είναι, γενικά, απαραίτητες για όλα τα παραγωγικά θηλαστικά και πτηνά, αλλά και για τα µικρά ζώα συντροφιάς.Τα µηρυκαστικά από την ηλικία που εγκαθιστούν τη µηρυκαστική λειτουργία τους είναι αναγκαίο ουσιαστικά µόνο οι βιταµίνες Α και Ε να προσάγονται µέσω τροφής στον οργανισµό τους, γιατί όλες οι άλλες συνθέτονται µέσα σε αυτόν σε ποσότητες που καλύπτουν τις αντίστοιχες ανάγκες τους.
Οι βιταµίνες που ανήκουν στην οµάδα Β και η Κ2 παράγονται µέσα στη µεγάλη κοιλία των µηρυκαστικών ως υποπροϊόντα των µικροβιακών ζυµώσεων, ενώ οι βιταµίνες C, D, χολίνη και ΡΡ είναι δυνατόν να συνθέτονται στους ιστούς των ζωικών οργανισµών, µε εξαίρεση το ινδικό χοιρίδιο, τα ψάρια και τον άνθρωπο που αδυνατούν να συνθέσουν τη βιταµίνη C. Υπό ορισµένες συνθήκες, όπως σε ανεπαρκή πρόσληψη κοβαλτίου ή κατανάλωσης ευρωτιωµένων ζωοτροφών ή και σε περίπτωση ζώων πολύ υψηλής γαλακτοπαραγωγής, συνίσταται η χορήγηση των βιταµινών Β12, Κ και ΡΡ, αντίστοιχα.
Οι βιταµίνες, όταν βρίσκονται σε ανεπάρκεια ή περίσσεια σε ένα ζωικό οργανισµό σε σχέση µε τις αντίστοιχες ανάγκες του, συνεπάγονται διάφορες µεταβολικές διαταραχές που επηρεάζουν λίγο ή πολύ την κατάσταση της υγείας του και εποµένως και τις αποδόσεις του. Οι διαταραχές αυτές οδηγούν συχνά στην εµφάνιση νοσηρών καταστάσεων που είναι συνήθως γνωστές ως βιταµινώσεις. Η πλήρης ανεπάρκεια µιας βιταµίνης χαρακτηρίζεται ως αβιταµίνωση και η µερική ανεπάρκειά της ως υποβιταµίνωση γενικότερα χρησιµοποιείται ο όρος «ανεπάρκεια βιταµίνης», ενώ η περίσσειά της ως υπερβιταµίνωση.
Όι ετερότροφοι οργανισµοί παίρνουν τις βιταµίνες αυτούσιες µε τις τροφές ή ως προβιταµίνες, που τις µετατρέπουν κατάλληλα σε βιταµίνες. Ο όρος «βιταµίνη» διαπλάστηκε από τον Funk το 1912 και προέρχεται από τη σύνθεση των λέξεων vita και αµίνη και αυτό γιατί οι βιταµίνες, αρχικά, είχαν θεωρηθεί ως αµίνες, ενώ σήµερα γνωρίζουµε ότι έχουν ποικίλη σύνθεση.
Tο 1981 ο Lunin είχε παρατηρήσει σε επίµυες που διατρέφονταν με ειδικά χημικες τροφές ότι η ανάπτυξή τους καθυστερούσε σηµαντικά και πέθαιναν πρόωρα. Σε αυτά τα ζώα, όταν χορηγούνταν έγκαιρα γάλα ή άλλες φυσικές τροφές, τα αποτελέσµατα ήταν εκπληκτικά, τα ζώα ζωήρευαν, αναπτύσσονταν κανονικότερα και ζούσαν σχεδόν φυσιολογικά. Τα ποντικια αυτα ειναι σοβαρά παράσιτα για τους αγρότες καθώς τρέφονται με πολλές από τις γεωργικές καλλιέργειες.
Λιποδιαλυτές και υδατοδιαλυτές βιταµίνες:
Οι βιταµίνες είναι οργανικές θρεπτικές ουσίες απαραίτητες σε µικρές ποσότητες στους ζωικούς οργανισµούς για τη ρύθµιση των διάφορων μεταβολικών επεργασιών. Ο ρόλος τους είναι η ρύθµιση των ποικίλων µεταβολικών επεργασιών που λαµβάνουν χώρα µέσα στο ζωικό οργανισµό. ∆ε συνθέτονται µέσα στον οργανισµό, αλλά εισέρχονται σ’ αυτόν µε τις τροφές και διακρίνονται σε δύο κατηγορίες, τις λιποδιαλυτές και τις υδατοδιαλυτές.
- Λιποδιαλυτές βιταμίνες είναι η βιταµίνη Α, η βιταµίνη D, η βιταµίνη Ε, η βιταµίνη Κ και η βιταµίνη F.
- Υδατοδιαλυτές βιταµίνες είναι η βιταµίνη Β1 (Θειαµίνη, Ανευρίνη, Βιταµίνη αντινευριτική)., η βιταµίνη Β2 (Ριβοφλαβίνη, Λακτοφλαβίνη), η βιταµίνη Β3 (Νιασίνη, Νικοτιναµίδιο, Νικοτινικό οξύ, Βιταµίνη ΡΡ), η βιταµίνη Β5 (Παντοθενικό οξύ), η βιταµίνη Β6 (Πυριδοξίνη, Αδερµίνη), η Βιταµίνη Β7 (Βιοτίνη, Βιταµίνη Η), η βιταµίνη Β9 (Φολικό οξύ, Φυλλικό οξύ, Βιταµίνη ΒC, Πτεροϋλο-µονο-γλουταµινικό οξύ), η βιταµίνη Β12 (Κυανοκοβαλαµίνη), η βιταµίνη J (Χολίνη), η ινοσιτόλη, η βιταµίνη Η1 (Παρααµινοβενζοϊκό οξύ – PABA) και η βιταµίνη C (Ασκορβικό οξύ).
Τα αποτελεσματα της έλλειψης ή της υπερβιταµίνωσης στην υγεία των παραγωγικών ζώων:
-Η έλλειψη βιταµίνης Α προκαλεί ξηροφθαλµία, οπτική νευροπάθεια και παραµορφωτική αυχενική σπονδύλωση.
-Η έλλειψη βιταµίνης D προκαλεί οστεοµαλακία, ραχιτισµό, οστεοµυελοσκλήρυνση (στα πτηνά), τροφικό υπερπαραθυρεοειδισµό, επιλόχεια υπασβεστιαιµική παράλυση (στα βοοειδή) και οστεοδυστροφία.
-Η έλλειψη βιταµίνης E προκαλεί έλκος στοµάχου (στους χοίρους), νέκρωση των ραχιαίων µυών, τροφική εκφύλιση των µυών (νόσος των λευκών µυών), λιποφουσκίνωση, νέκρωση της επιφάνειας της παρεγκεφαλίδας (στους µόσχους), διαιτητική ή τροφική µικροαγγειοπάθεια (στους χοίρους), εγκεφαλοµαλάκυνση (στα πτηνά), εµβρυική εκφύλιση (στα πτηνά), αιµόλυση των ερυθροκυττάρων (στα πτηνά), νόσο του κίτρινου λίπους (στα πτηνά), εξιδρωµατική διάθεση (στα πτηνά), ίνωση του παγκρέατος (στα πτηνά), µυϊκή δυστροφία (στα πτηνά), µυοπάθεια του µυώδους στοµάχου και της καρδιάς (στα πτηνά).
-Η έλλειψη βιταµίνης Κ προκαλεί αιµορραγικό σύνδροµο (στα πτηνά).
-Η έλλειψη βιταµίνης Β1 προκαλεί φλοιοεγκεφαλική νέκρωση και πολιοεγκεφαλοµαλάκυνση.
-Η έλλειψη βιταµίνης Β1 (στα πτηνά) προκαλεί υπτιασµό των δακτύλων (σε µορφή γρόνθου) και µείωση της αυγοπαραγωγής. Η έλλειψη νιασίνης (στα πτηνά) προκαλεί ατελή πτεροφυΐα και εφελκιδώδη δερµατίτιδα.
-Η έλλειψη παντοθενικού οξέος (στα πτηνά) προκαλεί εφελκιδώδη δερµατίτιδα, µείωση της αυγοπαραγωγής και πτώση του πτερώµατος. Η έλλειψη βιταµίνης Β6 (στα πτηνά) ανορεξία, µείωση φυσικής άµυνας και µείωση της αυγοπαραγωγής.
-Η έλλειψη βιοτίνης (στα πτηνά) προκαλεί εφελκιδώδη δερµατίτιδα, πήρωση και λιποηπατονεφρικό σύνδροµο των ορνιθίων (Λ.Η.Ν.Σ.).
-Η έλλειψη φολικού οξέος (στα πτηνά) προκαλεί µεγαλοβλαστική υπέρχρωµη αναιµία, δερµατίτιδα και πήρωση.
-Η έλλειψη βιταµίνης Β12 (στα πτηνά) προκαλεί αναιµία και λευκοπενία.
Oι βιταµίνες είναι διάφορες οργανικές ουσίες που είναι απαραίτητες σε µικρές ποσότητες στους ζωικούς οργανισµούς για τη ρύθµιση των διάφορων µεταβολικών εξεργασιών για την διασφάλιση της υγείας, της σωµατικής αύξησης, της παραγωγής και της αναπαραγωγής τους. Ανήκουν στις «οργανικές θρεπτικές ουσίες», αφού συµµετέχουν στο φαινόµενο της θρέψης του ζωικού οργανισµού και δεν χρησιµεύουν ως πηγές ενέργειας αλλά ως ρυθµιστές (βιοκαταλύτες) των ποικίλων µεταβολικών επεργασιών που λαµβάνουν χώρα µέσα σε αυτόν.
Οι βιταµίνες δε σχηµατίζονται - συνθέτονται από τον οργανισµό, αλλά εισέρχονται σε αυτόν µε τις τροφές. Έχουν µεγάλη σηµασία για την ορθολογική διατροφή των ζώων και είναι, γενικά, απαραίτητες για όλα τα παραγωγικά θηλαστικά και πτηνά, αλλά και για τα µικρά ζώα συντροφιάς.Τα µηρυκαστικά από την ηλικία που εγκαθιστούν τη µηρυκαστική λειτουργία τους είναι αναγκαίο ουσιαστικά µόνο οι βιταµίνες Α και Ε να προσάγονται µέσω τροφής στον οργανισµό τους, γιατί όλες οι άλλες συνθέτονται µέσα σε αυτόν σε ποσότητες που καλύπτουν τις αντίστοιχες ανάγκες τους.
Οι βιταµίνες που ανήκουν στην οµάδα Β και η Κ2 παράγονται µέσα στη µεγάλη κοιλία των µηρυκαστικών ως υποπροϊόντα των µικροβιακών ζυµώσεων, ενώ οι βιταµίνες C, D, χολίνη και ΡΡ είναι δυνατόν να συνθέτονται στους ιστούς των ζωικών οργανισµών, µε εξαίρεση το ινδικό χοιρίδιο, τα ψάρια και τον άνθρωπο που αδυνατούν να συνθέσουν τη βιταµίνη C. Υπό ορισµένες συνθήκες, όπως σε ανεπαρκή πρόσληψη κοβαλτίου ή κατανάλωσης ευρωτιωµένων ζωοτροφών ή και σε περίπτωση ζώων πολύ υψηλής γαλακτοπαραγωγής, συνίσταται η χορήγηση των βιταµινών Β12, Κ και ΡΡ, αντίστοιχα.
Οι βιταµίνες, όταν βρίσκονται σε ανεπάρκεια ή περίσσεια σε ένα ζωικό οργανισµό σε σχέση µε τις αντίστοιχες ανάγκες του, συνεπάγονται διάφορες µεταβολικές διαταραχές που επηρεάζουν λίγο ή πολύ την κατάσταση της υγείας του και εποµένως και τις αποδόσεις του. Οι διαταραχές αυτές οδηγούν συχνά στην εµφάνιση νοσηρών καταστάσεων που είναι συνήθως γνωστές ως βιταµινώσεις. Η πλήρης ανεπάρκεια µιας βιταµίνης χαρακτηρίζεται ως αβιταµίνωση και η µερική ανεπάρκειά της ως υποβιταµίνωση γενικότερα χρησιµοποιείται ο όρος «ανεπάρκεια βιταµίνης», ενώ η περίσσειά της ως υπερβιταµίνωση.
Όι ετερότροφοι οργανισµοί παίρνουν τις βιταµίνες αυτούσιες µε τις τροφές ή ως προβιταµίνες, που τις µετατρέπουν κατάλληλα σε βιταµίνες. Ο όρος «βιταµίνη» διαπλάστηκε από τον Funk το 1912 και προέρχεται από τη σύνθεση των λέξεων vita και αµίνη και αυτό γιατί οι βιταµίνες, αρχικά, είχαν θεωρηθεί ως αµίνες, ενώ σήµερα γνωρίζουµε ότι έχουν ποικίλη σύνθεση.
Tο 1981 ο Lunin είχε παρατηρήσει σε επίµυες που διατρέφονταν με ειδικά χημικες τροφές ότι η ανάπτυξή τους καθυστερούσε σηµαντικά και πέθαιναν πρόωρα. Σε αυτά τα ζώα, όταν χορηγούνταν έγκαιρα γάλα ή άλλες φυσικές τροφές, τα αποτελέσµατα ήταν εκπληκτικά, τα ζώα ζωήρευαν, αναπτύσσονταν κανονικότερα και ζούσαν σχεδόν φυσιολογικά. Τα ποντικια αυτα ειναι σοβαρά παράσιτα για τους αγρότες καθώς τρέφονται με πολλές από τις γεωργικές καλλιέργειες.
Την ίδια εποχή περίπου, οι άντρες του Ιαπωνικού ναυτικού θεραπεύονταν από την αρρώστια beri-beri, την οποία προκαλεί η έλλειψη της θειαµίνης ή βιταµίνης Β1, µε τη χορήγηση γάλακτος και νωπών χόρτων. Επίσης, στο ναυτικό της Μεγάλης Βρετανίας χορηγούνταν χυµός λεµονιού για να προληφθεί η άλλη, τότε, µάστιγα των ναυτικών, το γνωστό σε όλους σκορβούτο, που προκαλούνταν από την παντελή έλλειψη βιταµινών στη διατροφή τους, αφού κατά κύριο λόγο, τρέφονταν µε τη λεγόµενη ξηρά συσκευασµένη τροφή σε κονσερβοποιηµένη µορφή.
Λιποδιαλυτές και υδατοδιαλυτές βιταµίνες:
Οι βιταµίνες είναι οργανικές θρεπτικές ουσίες απαραίτητες σε µικρές ποσότητες στους ζωικούς οργανισµούς για τη ρύθµιση των διάφορων μεταβολικών επεργασιών. Ο ρόλος τους είναι η ρύθµιση των ποικίλων µεταβολικών επεργασιών που λαµβάνουν χώρα µέσα στο ζωικό οργανισµό. ∆ε συνθέτονται µέσα στον οργανισµό, αλλά εισέρχονται σ’ αυτόν µε τις τροφές και διακρίνονται σε δύο κατηγορίες, τις λιποδιαλυτές και τις υδατοδιαλυτές.
- Λιποδιαλυτές βιταμίνες είναι η βιταµίνη Α, η βιταµίνη D, η βιταµίνη Ε, η βιταµίνη Κ και η βιταµίνη F.
- Υδατοδιαλυτές βιταµίνες είναι η βιταµίνη Β1 (Θειαµίνη, Ανευρίνη, Βιταµίνη αντινευριτική)., η βιταµίνη Β2 (Ριβοφλαβίνη, Λακτοφλαβίνη), η βιταµίνη Β3 (Νιασίνη, Νικοτιναµίδιο, Νικοτινικό οξύ, Βιταµίνη ΡΡ), η βιταµίνη Β5 (Παντοθενικό οξύ), η βιταµίνη Β6 (Πυριδοξίνη, Αδερµίνη), η Βιταµίνη Β7 (Βιοτίνη, Βιταµίνη Η), η βιταµίνη Β9 (Φολικό οξύ, Φυλλικό οξύ, Βιταµίνη ΒC, Πτεροϋλο-µονο-γλουταµινικό οξύ), η βιταµίνη Β12 (Κυανοκοβαλαµίνη), η βιταµίνη J (Χολίνη), η ινοσιτόλη, η βιταµίνη Η1 (Παρααµινοβενζοϊκό οξύ – PABA) και η βιταµίνη C (Ασκορβικό οξύ).
Τα αποτελεσματα της έλλειψης ή της υπερβιταµίνωσης στην υγεία των παραγωγικών ζώων:
-Η έλλειψη βιταµίνης Α προκαλεί ξηροφθαλµία, οπτική νευροπάθεια και παραµορφωτική αυχενική σπονδύλωση.
-Η έλλειψη βιταµίνης D προκαλεί οστεοµαλακία, ραχιτισµό, οστεοµυελοσκλήρυνση (στα πτηνά), τροφικό υπερπαραθυρεοειδισµό, επιλόχεια υπασβεστιαιµική παράλυση (στα βοοειδή) και οστεοδυστροφία.
-Η έλλειψη βιταµίνης E προκαλεί έλκος στοµάχου (στους χοίρους), νέκρωση των ραχιαίων µυών, τροφική εκφύλιση των µυών (νόσος των λευκών µυών), λιποφουσκίνωση, νέκρωση της επιφάνειας της παρεγκεφαλίδας (στους µόσχους), διαιτητική ή τροφική µικροαγγειοπάθεια (στους χοίρους), εγκεφαλοµαλάκυνση (στα πτηνά), εµβρυική εκφύλιση (στα πτηνά), αιµόλυση των ερυθροκυττάρων (στα πτηνά), νόσο του κίτρινου λίπους (στα πτηνά), εξιδρωµατική διάθεση (στα πτηνά), ίνωση του παγκρέατος (στα πτηνά), µυϊκή δυστροφία (στα πτηνά), µυοπάθεια του µυώδους στοµάχου και της καρδιάς (στα πτηνά).
-Η έλλειψη βιταµίνης Κ προκαλεί αιµορραγικό σύνδροµο (στα πτηνά).
-Η έλλειψη βιταµίνης Β1 προκαλεί φλοιοεγκεφαλική νέκρωση και πολιοεγκεφαλοµαλάκυνση.
-Η έλλειψη βιταµίνης Β1 (στα πτηνά) προκαλεί υπτιασµό των δακτύλων (σε µορφή γρόνθου) και µείωση της αυγοπαραγωγής. Η έλλειψη νιασίνης (στα πτηνά) προκαλεί ατελή πτεροφυΐα και εφελκιδώδη δερµατίτιδα.
-Η έλλειψη παντοθενικού οξέος (στα πτηνά) προκαλεί εφελκιδώδη δερµατίτιδα, µείωση της αυγοπαραγωγής και πτώση του πτερώµατος. Η έλλειψη βιταµίνης Β6 (στα πτηνά) ανορεξία, µείωση φυσικής άµυνας και µείωση της αυγοπαραγωγής.
-Η έλλειψη βιοτίνης (στα πτηνά) προκαλεί εφελκιδώδη δερµατίτιδα, πήρωση και λιποηπατονεφρικό σύνδροµο των ορνιθίων (Λ.Η.Ν.Σ.).
-Η έλλειψη φολικού οξέος (στα πτηνά) προκαλεί µεγαλοβλαστική υπέρχρωµη αναιµία, δερµατίτιδα και πήρωση.
-Η έλλειψη βιταµίνης Β12 (στα πτηνά) προκαλεί αναιµία και λευκοπενία.
-Η έλλειψη χολίνης προκαλεί πήρωση (στα πτηνά) και συγγενή µυοπάθεια (στους χοίρους).
-Η έλλειψη βιταµίνης C προκαλεί µείωση της ανθεκτικότητας έναντι των λοιµώξεων.
-Η υπερβιταµίνωση Α προκαλεί αλλοιώσεις του σκελετού και λιπώδεις διηθήσεις (σε διάφορα όργανα). Η υπερβιταµίνωση D προκαλεί υπερασβεστιαιµία.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΠΙΤΖΙΚΟΣ
-Η υπερβιταµίνωση Α προκαλεί αλλοιώσεις του σκελετού και λιπώδεις διηθήσεις (σε διάφορα όργανα). Η υπερβιταµίνωση D προκαλεί υπερασβεστιαιµία.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΠΙΤΖΙΚΟΣ
ΠΗΓΗ από Εργασία με θέμα: «ΝΟΣΗΜΑΤΑ ΑΓΡΟΤΙΚΩΝ ΖΩΩΝ ΠΟΥ ΟΦΕΙΛΟΝΤΑΙ ΣΕ ΕΛΛΕΙΨΗ Ή ΠΕΡΙΣΣΕΙΑ ΒΙΤΑΜΙΝΩΝ»
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου