Ο Ρώσος συγγραφέας Maxim Gorky υπήρξε ενας από τους μεγάλους κλασσικούς της παγκόσμιας λογοτεχνίας και από τους πρωτοπόρους του ρεύματος του σοσιαλιστικού ρεαλισμού, ενός στιλ που αναπτύχθηκε στη Σοβιετική Ένωση από τις αρχές της, εώς τη δεκαετία του 1920. Το πραγματικό του όνομα ήταν Αλεξέι Μαξίμοβιτς Πέσκοφ ενώ το Γκόρκι το επέλεξε ο ίδιος ως ψευδώνυμο επειδή σημαίνει πικρός.
Ο Ρώσος συγγραφέας Αλεξέι Μαξίμοβιτς Πεσκόφ με το φιλολογικό ψευδώνυμο Μαξίμ Γκόρκι ηταν μια από τις σημαντικότερες λογοτεχνικές φυσιογνωμίες του καιρού του. Με τα μυθιστορήματα, τα διηγήματα και τα θεατρικά έργα του τόσο τα προεπαναστικά όσο και τα μεταεπαναστικά χρόνια περιέγραψε τη ζωή της εργατικής τάξης. Ο Γκόρκι έθεσε τις βάσεις του σοσιαλιστικού ρεαλισμού, που αποτέλεσε το επίσημο λογοτεχνικό δόγμα της Σοβιετικής Ένωσης. Η συμπόρευσή του με τους μπολσεβίκους του Λένιν τού χάρισαν τεράστια δημοφιλία σε όλο τον κόσμο. Η Μάνα ηταν το εργο του που τον καθιέρωσε και τον κατέταξε ανάμεσα στους μεγάλους κλασσικούς της παγκόσμιας λογοτεχνίας.
Ο Αλεξέι Μαξίμοβιτς Πεσκόφ γεννήθηκε από φτωχούς γονείς στις 16 Μαρτίου 1868 στο Νίζνι Νόβγκοροντ και έφυγε από τη ζωή από χρόνια φυματίωση στις 18 Ιουνίου 1936 στη Μόσχα σε ηλικία 68 ετών, από το 1932 έως το 1990 ονομαζόταν Γκόρκι και ο λόγος που επέλεξε το αυτό ψευδώνυμο ήταν επειδή σημαίνει πικρός. Έμεινε ορφανός αρκετά νωρίς και ανατράφηκε από τη γιαγιά και τον παππού του. Δεν μπόρεσε να φοιτήσει σε σχολείο λόγω της φτώχειας, αναγκάστηκε από πολύ νωρίς και συγκεκριμένα από την ηλικία των εννιά χρονών να δουλέψει για να ζήσει ασκώντας διάφορα επαγγέλματα. Δούλεψε σε τσαγκαράδικο, υπηρέτης σε σπίτι, σε πλοίο, σε μαγειρείο, σε εργοστάσιο, στο σιδηρόδρομο, έγινε μικροπωλητής κι εκφορτωτής.
Με γραφή άμεση και δυνατή, αφήγηση πολύ παραστατική, συνδυάζει στοιχεία του ρομαντισμού και του ρεαλισμού. Πρωτοεμφανίστηκε στα ρωσικά γράμματα με τη νουβέλα «Μακάρ Τσουντρά» το 1892. Λιγα χρόνια αργότερα και συγκεκριμένα το 1985 ενα μεγαλύτερα περιοδικά της Πετρούπολης δημοσίευσε το διήγημα «Τσελκάς» με ήρωα έναν κλέφτη του λιμανιού. Η επιτυχία του συνεχίστηκε το 1899 με το διήγημα «26 άνδρες και μια γυναίκα», που περιγράφει τις σκληρές συνθήκες δουλειάς σ’ ένα φούρνο. Το πρώτο του μυθιστόρημα ηταν το «Φομά Γκορντέγιεφ» ένας ύμνος στην ανθρώπινη δύναμη το οποίο ο σοβιετικός σκηνοθέτης Μαρκ Ντονσκόι, το μετέφερε στον κινηματογράφο το 1957.
Ένα από τα ποιο δημοφιλές έργα του είναι το μυθιστόρημα «Η Μάνα» του 1906 ένα έργο του αφιερωμένο στο ρωσικό επαναστατικό κίνημα. Η «Μάνα» είναι η Πελαγία Νίλοβνα, μία δυστυχισμένη γυναίκα με άνδρα μέθυσο και γιο κακοποιό, που η μόνη της παρηγοριά είναι η θρησκευτική της πίστη. Ο σύζυγός της πεθαίνει και ο γιος της Πάβελ μεταστρέφεται από κακοποιό σε σοσιαλιστικό πρότυπο. Ο Πάβελ συλλαμβάνεται την ημέρα της Πρωτομαγιάς για τη μεταφορά ενός απαγορευμένου πανό. Αν και συνεχίζει να πιστεύει στα λόγια του Χριστού, η Πελαγία ενώνεται με τους επαναστάτες και προδίδεται από έναν κατάσκοπο της αστυνομίας. Ο Γκόρκι βασίστηκε για να πλάσει τον χαρακτήρα της σ’ ένα πραγματικό πρόσωπο, την Άννα Ζαλόμοβα, η οποία είχε ταξιδέψει στη χώρα διανέμοντας επαναστατικά φυλλάδια μετά τη σύλληψη του γιου της κατά τη διάρκεια μιας διαδήλωσης.
Με βάση το μυθιστόρημα του Maxim Gorky «Η Μάνα» ο Ρώσος σοβιετικός σκηνοθέτης Βσέβολοντ Πουντόβκιν γύρισε το 1926 μία αριστουργηματική βουβή ταινία και ο Μπέρτολτ Μπρεχτ το 1930-1931 έγραψε το ομώνυμο θεατρικό του έργο συμβάλλοντας έτσι στη διαιώνιση της επιτυχία του έργου του Γκόρκι. Παράλληλα με τα μυθιστορήματα, ο Γκόρκι έγραψε και μία σειρά θεατρικών έργων οπως «Στο βυθό», «Βάσια Ζελέζνοβα», «Οι παραθεριστές», « Οι εχθροί», «Οι μικροαστοί» αλλα και αρκετα ακομη. Το πιο γνωστό απ’ αυτά ηταν το «Στο βυθό» του 1902, το έργο μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο από τους σκηνοθέτες Ζαν Ρενουάρ το 1936 και το 1957 απο τον Ακίρα Κουροσάβα.
Στις αρχές του 20ου αιώνα, έχοντας ασπαστεί τις μαρξιστικές ιδέες, άρχισε να υποστηρίζει το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα της Ρωσίας και μετά τη διάσπασή του το 1903 τάχθηκε με τους Μπολσεβίκους του Λένιν, με τον οποίο δεν είχε και τις καλύτερες σχέσεις. Το 1901 συνελήφθη από την αστυνομία του τσαρικού καθεστώτος για ένα ποίημά του που θεωρήθηκε επαναστατικό, αλλά σύντομα αφέθηκε ελεύθερος. Τον επόμενο χρόνο έγινε μέλος της Ρωσικής Ακαδημίας Επιστημών, αλλά σύντομα η εκλογή του ακυρώθηκε για πολιτικούς λόγους, με αποτέλεσμα να υποβάλει την παραίτησή του σε ένδειξη διαμαρτυρίας ο Άντον Τσέχοφ.
Ο Γκόρκι αναμίχθηκε ενεργά στην Επανάσταση του 1905 και τον επόμενο χρόνο συνελήφθη αλλά σύντομα απελευθερώθηκε και κατέφυγε στο Κάπρι της Ιταλίας, το οποίο έγινε το κέντρο των αντικαθεστωτικών ρώσων διανοουμένων. Όταν ξέσπασε ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος συντάχθηκε με τους μπολσεβίκους, που αντιτάσσονταν στη συμμετοχή της Ρωσίας σ’ αυτόν, αλλά το 1917 αντιτάχθηκε στην κατάληψη της εξουσίας από τον Λένιν και τους συντρόφους του.
Ένα από τα καλύτερα έργα του είναι η αυτοβιογραφική τριλογία «Παιδικά χρόνια» το 1914, «Στα ξένα χέρια» το 1916 και «Τα πανεπιστήμιά μου» το 1923. Ο τελευταίος τίτλος είναι ειρωνικός, αφού το μοναδικό πανεπιστήμιο του Γκόρκι ήταν η ίδια η ζωή και το νεανικό του όνειρο να σπουδάσει στο πανεπιστήμιο του Καζάν δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ. Το εκτεταμένο αυτό έργο είναι μία από τις καλύτερες αυτοβιογραφίες της ρωσικής λογοτεχνίας.
Από το 1921 ζούσε στο Σορέντο της Ιταλίας ενω επέστρεψε οριστικά στη Σοβιετική Ένωση το 1928, που συμπίπτει με την άνοδο στην εξουσία του Στάλιν. Ο Γκόρκι συντάχθηκε αμέσως με τη νέα κατάσταση και το 1934 έγινε ο πρώτος πρόεδρος της νεοσύστατης Ένωσης Σοβιετικών Συγγραφέων συμβάλλοντας από τη θέση του αυτή στη θεμελίωση του σοσιαλιστικού ρεαλισμού ένος στιλ ρεαλισμού που αναπτύχθηκε στη Σοβιετική Ένωση εως τις αρχές της δεκαετίας του 1920. Από τα έργα εκείνης της περιόδου της ζωης του ξεχωρίζουν η «Υπόθεση Αρταμόνοφ» το 1925 και «Η ζωή του Κλιμ Σαμγκίν» 1927-1936 μίας τετραλογίας με την οποία επιχειρεί τη σκιαγράφηση της ρωσικής ιντελιγκέντσιας την περίοδο 1870-1924.
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου