Στις 11 Μαρτίου του 1921, γεννήθηκε ο σημαντικότερος συνθέτης τάνγκο και μπαντονεονίστας, Άστορ Πιατσόλα. Το έργο του θεωρείται ότι έφερε την επανάσταση στο παραδοσιακό τάνγκο και δημιούργησε το nuevo tango, ενσωματώνοντας στοιχεία τζαζ και κλασικής μουσικής. Ο Άστορ Πιατσόλα μαγεύει ακόμα με τη μουσική του.
Γεννήθηκε το 1921 στην Αργεντινή από γονείς Ιταλούς μετανάστες, Σε ηλικία τριών ετών έφυγε για την Νέα Υόρκη, όπου και ξεχώρισε ως παιδί θαύμα για τις επιδόσεις του στο μπαντονεόν. Έπειτα από αυτό ο δρόμος για τον Astor Piazzola ήταν ανοικτός. Όταν το 1937 επέστρεψε στην Αργεντινή, μαθήτευσε κοντά στον Αργεντινό συνθέτη Αλμπέρτο Χιναστέρα.
Η επιρροή των μουσικών των Στραβίνσκι, Μπάρτοκ, Ραβέλ και άλλων, τον οδήγησε στο να εγκαταλείψει για ορισμένο διάστημα το τάνγκο και να ασχοληθεί με τη σύνθεση της σύγχρονης κλασικής μουσικής.
Με την παρότρυνση του Χιναστέρα, το 1953 ο Πιατσόλα συμμετείχε σε διαγωνισμό σύνθεσης με τη “Συμφωνία του Μπουένος Άιρες” και κέρδισε υποτροφία από τη γαλλική κυβέρνηση για να μαθητεύσει στο Παρίσι κοντά στη Γαλλίδα συνθέτρια και μαέστρο Νάντια Μπουλανζέ (Nadia Boulanger). Η διορατική Μπουλανζέ άλλαξε τη ζωή του σε μια μέρα, όπως διηγείται ο ίδιος ο Πιατσόλα:
Όταν τη συνάντησα της έδειξα συμφωνίες και σονάτες μου με το κιλό. Άρχισε να τις διαβάζει και ξαφνικά είπε το εξής φρικτό: ‘Είναι πολύ καλογραμμένα.’ Και σταμάτησε, βάζοντας μια μεγάλη τελεία, τεράστια σαν μπάλα ποδοσφαίρου. Μετά από λίγο είπε: “Εδώ είσαι σαν τον Στραβίνσκι, σαν τον Μπάρτοκ, σαν τον Ραβέλ, αλλά ξέρεις τι; Δεν βρίσκω τον Πιατσόλα εδώ πέρα.” Κι άρχισε να διερευνά την προσωπική μου ζωή: τι έκανα, τι έπαιζα και τι δεν έπαιζα, αν ήμουν εργένης ή με κάποιον, ήταν σαν πράκτορας του FBI! Και της είπα με ντροπή ότι ήμουν μουσικός του τάνγκο. Στο τέλος της είπα, “Παίζω σε ‘νυχτερινό κέντρο.’” Δεν ήθελα να πω “καμπαρέ.” Κι εκείνη απάντησε, “Νυχτερινό κέντρο, ναι, δηλαδή καμπαρέ, δεν είναι;” “Ναι,” απάντησα, και σκέφτηκα, “Θα τη χτυπήσω αυτή τη γυναίκα μ’ ένα ραδιόφωνο στο κεφάλι…” Δεν ήταν εύκολο να της πει ψέματα κάποιος.
Συνέχισε να ρωτάει: “Λες ότι δεν είσαι πιανίστας. Τι όργανο παίζεις τότε;” Και δεν ήθελα να της πω ότι έπαιζα μπαντονεόν γιατί σκέφτηκα ότι “Θα με ρίξει κάτω από τον τέταρτο όροφο.” Τελικά ομολόγησα και μου ζήτησε να της παίξω λίγα μέτρα από κάποιο δικό μου τάνγκο. Άνοιξε ξαφνικά τα μάτια, μου άρπαξε το χέρι και είπε: “Βρε χαζέ, αυτός είναι ο Πιατσόλα!” Ύστερα πήρα όλη τη μουσική που είχα συνθέσει, δέκα χρόνια της ζωής μου, και την έστειλα στον διάολο μέσα σε δύο δευτερόλεπτα.
Στο Παρίσι εναρμονίζει δυο είδη, μοντέρνα Jazz και Latin μουσική και αρχίζει να δίνει συναυλίες και ταυτόχρονα να γράφει. Από κει και πέρα φαίνεται ότι ο ρυθμός των δυο ειδών που συνέλαβε ήταν καθοριστικός για να φτάσει ψηλά. Στο γνωστό τραγούδι του vuelvo al sur το νέο στοιχείο της μουσικής είναι εμφανές. Έτσι ωρίμασε η μουσική του και η παγκόσμια φήμη του έμεινε μέχρι και τις μέρες μας.
Επιστρέφει μόνιμα στο Μπουένος Άιρες το 1955, όπου και σχηματίζει το Octeto Buenos Aires. Η νέα του προσέγγιση στο τάνγκο του χάρισε τον χαρακτηρισμό της αμφιλεγόμενης προσωπικότητας μεταξύ Αργεντίνων μουσικών και πολιτικών. Στην πατρίδα του συνάντησε σημαντική αντίσταση, καθώς η πεποίθηση που επικρατούσε στη χώρα ήταν ότι «Στην Αργεντινή όλα αλλάζουν, εκτός από το τάνγκο».
Η μουσική του όμως έγινε ευρύτερα αποδεκτή σε Ευρώπη και Βόρεια Αμερική, ενώ αγκαλιάστηκε παράλληλα από μέρος της κοινωνίας της Αργεντινής που ζητούσε την πολιτική αλλαγή σε συνδυασμό με τη μουσική του επανάσταση.
Το nuevo tango του Πιατσόλα ξεχώριζε από το παραδοσιακό τάνγκο λόγω της ενσωμάτωσης στοιχείων τζαζ, της χρήσης περίπλοκων συγχορδιών και διαφωνιών, της χρήσης αντίστιξης, και των μακρών συνθετικών μορφών. Ο Πιατσόλα εισήγαγε επίσης μουσικά όργανα που δεν χρησιμοποιούνταν στο παραδοσιακό τάνγκο, όπως το φλάουτο, το σαξόφωνο, την ηλεκτρική κιθάρα, ηλεκτρονικά όργανα, το βιμπράφωνο, και ντραμς.
Ο Πιατσόλα έπαιξε με διάφορα σχήματα: με την Ορχήστρα (1946), το "Οκτέτο Μπουένος Άιρες" (1955), το "Πρώτο Κιντέτο" (1960), το "Νονέτο" (1971), το "Δεύτερο Κιντέτο" (1978) και το "Σεστέτο" (1989). Εκτός από τις πρωτότυπες συνθέσεις και διασκευές που παρείχε, ήταν ο μαέστρος και μπαντονεονίστας σε όλα τα σχήματα. Ηχογράφησε επίσης τον δίσκο Summit με τον βαρύτονο σαξοφωνίστα Τζέρι Μάλιγκαν. Ανάμεσα στις πάμπολλες συνθέσεις του περιλαμβάνονται ορχηστρικά έργα όπως το "Concierto para Bandoneón, Orquesta, Cuerdas y Percusión", το "Doble-Concierto para Bandoneón y Guitarra", το "Tres Tangos Sinfónicos" και το "Concierto de Nácar para 9 Tanguistas y Orquesta", κομμάτια για σόλο κλασική κιθάρα τα "Cinco Piezas", καθώς και μουσική για τραγούδια τα οποία είναι ακόμη πολύ γνωστά στη χώρα του, όπως το "Balada para un loco" (Μπαλάντα για έναν τρελό) και το "Adiós Nonino" (αφιερωμένο στον πατέρα του) το οποίο ηχογράφησε πολλές φορές με διάφορους μουσικούς και διάφορα σχήματα. Οι βιογράφοι υπολογίζουν ότι ο Πιατσόλα συνέθεσε γύρω στις 3.000 κομμάτια από τα οποία ηχογράφησε περίπου τα 500.
Ο Άστορ Πιατσόλα έφυγε από τη ζωή στο Μπουένος Άιρες στις 4 Ιουλίου του 1992.Στην Αργεντινή είναι γνωστός ως "El Gran Ástor" ("ο Μέγας Άστορ").
Ακούστε τη μουσική του Άστορ Πιατσόλα:
ΠΗΓΗ 1
ΠΗΓΗ 2
ΠΗΓΗ 3
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου