Ο πρώην τερματοφύλακας της Μάντσεστερ Σίτι, Μπερτ Τράουτμαν, πέθανε πριν από μερικές ημέρες σε ηλικία 89 ετών. Όταν πήγε στους «Πολίτες», το 1949, 20.000 οπαδοί διαδήλωσαν κατά της μεταγραφής του λόγω της συμμετοχής του στο καθεστώς των Ναζί. Όταν έφυγε, κέρδισε το χειροκρότημα, αφού είχε παίξει σε τελικό Κυπέλλου με εξαρθρωμένους σπόνδυλους…
Ο Τράουτμαν έφτασε στην Αγγλία ως φυλακισμένος πολέμου και κατάφερε να κάνει όνομα μέσα από τις εμφανίσεις του. Έπαιξε για περισσότερες από 500 φορές, από το 1949 μέχρι το 1964 και παρασημοφορήθηκε για τη δουλειά του στην προώθηση των Αγγλο-γερμανικών μεταπολεμικών σχέσεων. Το ένοχο παρελθόν του, ωστόσο, δεν έπαψε να τον συνοδεύει.
Την ιστορία του παρουσιάζει αναλυτικά η Guardian, παραθέτοντας αρκετές λεπτομέρειες της ζωής του. Σε ηλικία 17 ετών, ο Τράουτμαν μπήκε εθελοντικά στην χιτλερική νεολαία και έγινε αλεξιπτωτιστής. Όπως τόνιζε αργότερα, το έβλεπε σαν περιπέτεια. Στη συνέχεια, ωστόσο, τα πράγματα ήταν διαφορετικά. «Όταν συμμετέχεις στη μάχη είναι πολύ διαφορετικά, βλέπεις όλα τα απαίσια πράγματα που συμβαίνουν. Τα σώματα, τους θανάτους, τα πτώματα, το φόβο. Δεν μπορείς να ελέγξεις τον εαυτό σου». Κάτοχος του Σιδερένιου Σταυρού, του παράσημου του γερμανικού στρατού, ήταν μέσα στους 90 από τους συνολικά χίλιους της μοίρας του που επιβίωσε.
Η παιδική του ηλικία ήταν γεμάτη από μαθήματα αντισημιτισμού, σχετικά με το πως οι Εβραίοι κατέστρεφαν την οικονομία της χώρας και το πως η γερμανική φυλή ήταν ανώτερη. Σε ηλικία 18 ετών βρέθηκε τυχαία μπροστά σε μαζική εκτέλεση Εβραίων. Έφυγε αλαφιασμένος και δεν μίλησε ποτέ για αυτό μέχρι να περάσουν πολλά χρόνια.
Πιάστηκε αιχμάλωτος από τον Κόκκινο Στρατό στη Ρωσία, κατάφερε να ξεφύγει, όπως και από τις γαλλικές δυνάμεις. Τελικά, πιάστηκε στην Αγγλία. «Το πρώτο που μου είπαν όταν με έπιασαν ήταν “γεια σου Φριτζ, θέλεις ένα φλιτζάνι τσάι;”», θυμόταν ο ίδιος. Λίγο πριν πεθάνει, τόνιζε ότι νιώθει ότι η καρδιά του είναι αγγλική και ότι αισθάνεται πως η μόρφωσή του ξεκίνησε από όταν βρέθηκε στην Βρετανία, όπου διδάχτηκε τις έννοιες της ανθρωπιάς, της συγχώρεσης και της ανεκτικότητας.
Στα στρατόπεδα αιχμαλώτων πολέμου ξεκίνησε να έρχεται σε επαφές με Εβραίους, αφού αποτέλεσε οδηγό αρκετών εξ αυτών. Έτσι άρχισε και η ενασχόλησή του με την μπάλα. Μάλιστα, βρέθηκε τυχαία σε θέση τερματοφύλακα, μετά από ένα καυγά στον αγωνιστικό χώρο. Αφού δεν επαναπατρίσθηκε ποτέ, έπαιξε για λίγο στη μικρούλα Σέιντ Χέλενς πριν τον πάρει η Σίτι, αφού είχε βγάλει μάτια σε ένα φιλικό με τη Στόουκ.
Το Μάντσεστερ είχε μεγάλη εβραϊκή κοινότητα και περίπου 20.000 κόσμος βγήκε στο δρόμο να διαμαρτυρηθεί. Ένας Ραβίνος όμως βγήκε μπροστά και είπε στους συμπολίτες του ότι δεν πρέπει να πληρώσει ένα άτομο τα αμαρτήματα της χώρας του. Στους «Πολίτες» έγραψε τη δική του ιστορία. Έχοντας γίνει ο πρώτος Γερμανός που παίζει σε τελικό FA Cup το 1955, η Σίτι κατάφερε να φτάσει στον τελικό και την επόμενη χρονιά.
Εκεί, με αντίπαλο την Μπέρμιγχαμ, δέχτηκε μια κλωτσιά στο 75′. Αλλαγή δεν μπορούσε να γίνει τότε και παρότι υπέφερε, έπαιξε μέχρι το τέλος και μάλιστα έκανε και μια σπουδαία απόκρουση. Αποδείχθηκε ότι του είχαν εξαρθρωθεί πέντε σπόνδυλοι και ένας εκ των οποίων ήταν ραγισμένος! «Ακόμα πονάω αν κάνω απότομες κινήσεις στο κεφάλι μου. Αλλά ήμουν πολύ τυχερός. Οι χειρούργοι μου είπαν ότι μπορεί να είχα πεθάνει ή να είχα μείνει παράλυτος», τόνιζε.
Μόλις ένα μήνα μετά τον τελικό Κυπέλλου του 1956, έχασε το παιδί και δεν μπόρεσε ποτέ να το ξεπεράσει. Στράφηκε στη δουλειά του ως πρεσβευτής για τη διεθνή συμφιλίωση και πριν πεθάνει ζούσε με την τρίτη σύζυγό του στη Βαλένθια. Υπήρξε εκπρόσωπος της γερμανικής κυβέρνησης σε μια πρωτοβουλία στις φτωχές χώρες. Έζησε στην Τανζανία, τη Λιβερία, το Πακιστάν και την Υεμένη. «Υπέροχες στιγμές. Δίδασκα τους ανθρώπους πως να γίνουν προπονητές ποδοσφαιριστές, αλλά αυτά μου δίδαξαν πάρα πολλά για τη ζωή, για την ανεκτικότητα και τη διαφορετική σκέψη». Προσπαθούσε έτσι να διαγράψει το παρελθόν του, τονίζοντας όπου σταθεί και όπου βρεθεί ότι «ποτέ μα ποτέ δεν πρέπει να γίνει άλλος Παγκόσμιος Πόλεμος»…
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου