Το οικουμενικό πατριαρχείο αφόρισε την Eλληνική Eπανάσταση! Για ποίους λόγους άσκησε αυτή τη βαρύτατη θρησκευτική ποινή κατά της Φιλικής Εταιρείας και του κινήματος Αλέξανδρου Υψηλάντου και Μιχαήλ Σούτσου; Με κείμενο του ο Πατριάρχης Γρηγόριος αφορίσε και καταδίκασε την Επανάσταση του 1821.
Ο Σουλτάνος όταν έμαθε για την επανάσταση των Ελλήνων έγινε εξαλλος και υπέγραψε διάταγμα εξοντωτικό για τους Έλληνες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Το μόνο που έμενε ήταν να το προσυπογράψει και ο θρησκευτικός Τούρκος ηγέτης Χατζή Χαλίλ Εφέντης. Ο Σεϊχουλισλάμης όμως αρνήθηκε να εκδώσει φετφά για την σφαγή και εξόντωση των Ρωμιών, με το επιχείρημα ότι το Κοράνι δεν επέτρεπε τη σφαγή αθώων. Ο Σουλτάνος τα έβαζε με τους βεζίρηδές του για επιεική στάση εναντίον των Ελλήνων.
Ο Πατριάρχης Γρηγόριος ο Ε’ καταλάβαινε ότι θα ακολουθούσαν θηριωδίες που θα ισοδυναμούσαν με γενοκτονία και δεχόταν μεγάλες πιέσεις από την Υψηλή Πύλη, παρά τη συμμετοχή του στην προετοιμασία του Αγώνα και τις σχέσεις του με τη Φιλική Εταιρεία, έπρεπε να διαχωρίσει τη θέση της Εκκλησίας από την Επανάσταση.
Έτσι με κείμενο του ο Πατριάρχης Γρηγόριος προχώρησε στον αφορισμό κατά της Φιλικής Εταιρείας και του κινήματος Αλέξανδρου Υψηλάντου και Μιχαήλ Σούτσου και καταδίκασε την Επανάσταση του 1821. Την απόφαση για αφορισμό την έλαβε σώμα 72 εκπροσώπων της Ρωμιοσύνης της Κωνσταντινούπολης μεταξύ των οποίων ιερείς και πολιτικοί. Η στάση αυτή αποτελεί μέχρι σήμερα σημείο τριβής μεταξύ των μελετητών της ιστορίας.
Το κείμενο του αφορισμού αρχικά αναφέρεται στη βάση της ηθικής και της ευγνωμοσύνης που «κατεπάτησαν με απαραδειγμάτιστον θρασύτητα και αλαζονεία, ότε προσδιορισθείς της Μολδαβίας ηγεμών ως μη όφειλε Μιχαήλ Σούτσος και ο του γνωστού αγνώμονος και φυγάδας Υψηλάντου αγνώμων υιός Αλεξάντρος Υψηλάντης».
Οι δύο αγωνιστές αποκαλούνται επίσης απονενοημένοι, αλαζόνες, δοξομανείς, ματαιόφρονες, ψευδολόγοι», που προσέλκυσαν «κακοήθεις και ανοήτους», που διέσπειραν και αποστόλους «δια να εξαπατήσωσι και να εφελκύσωσιν εις τον ίδιον της απωλείας κρημνόν και άλλους πολλούς των ομογενών μας». Ο αφορισμός περιλαμβάνει και αναφορά για τη ρωσική βοήθεια στην οποία υπολόγιζαν οι επαναστάτες. «Πρόβλημα διόλου ψευδές και ανύπαρκτον, και μόνον της ιδικής των κακοβουλίας και ματαιοφροσύνης γέννημά τε και αποκύημα. Επειδή, εν ω το τοιούτον είναι αδύνατον ηθικώς και πολλής προξένον μομφής εις την ρωσσικήν Αυτοκρατορίαν, και ο ίδιος ενταύθα εξοχώτατος Πρέσβυς αυτής έδωκεν έγγραφον πληροφορίαν, ότι ουδεμίαν ή είδησιν ή μετοχήν έχει το ρωσσικόν κράτος εις αυτήν την υπόθεσιν», αναφερόταν χαρακτηριστικά στον αφορισμό.
Το κείμενο επιχειρούσε να δείξει ως «έργον μιαρόν» την επανάσταση που απειλούσε τα προνόμια που απολάμβαναν το υποτελές Έθνος. «Με τοιαύτας ραδιουργίας εσχημάτισαν την ολεθρίαν σκηνήν οι δύο ούτοι και οι τούτων συμπράκτορες φιλελεύθεροι, μάλλον δε μισελεύθεροι, και επεχείρησαν εις έργον μιαρόν, θεοστυγές και ασύνετον, θέλοντες να διαταράξωσι την άνεσιν και ησυχίαν των ομογενών μας πιστών ραγιάδων της κραταιάς βασιλείας, την οποίαν απολαμβάνουσιν υπό την αμφιλαφή αυτής σκιάν με τόσα ελευθερίας προνόμια, όσα δεν απολαμβάνει άλλο έθνος υποτελές και υποκείμενον, ζώντες ανενόχλητοι με τας γυναίκας και τα τέκνα των, με τας περιουσίας και καταστάσεις, και με την ύπαρξιν της τιμής των, και κατ’ εξοχήν με τα προνόμια της θρησκείας, ήτις διεφυλάχθη και διατηρείται ασκανδάλιστος μέχρι της σήμερον επί ψυχική ημών σωτηρία».
Το κείμενο του Πατριάρχη Γρηγόριου που αφόριζε και καταδίκαζε την Eλληνική Eπανάσταση συνυπέγραψαν οι παρακάτω ιεράρχες:
Ο πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως
Ο Ιεροσολύμων Πολύκαρπος
Ο Καισαρίας Ιωαννίκιος.
Ο Νικομηδείας Αθανάσιος.
Ο Δέρκων Γρηγόριος.
Ο Αδριανουπόλεως Δωρόθεος.
Ο Βιζύης Ιερεμίας.
Ο Σίφνου Καλλίνικος.
Ο Ηρακλείας Μελέτιος.
Ο Νικαίας Μακάριος.
Ο Θεσσαλονίκης Ιωσήφ.
Ο Βερροίας Ζαχαρίας.
Ο Διδυμοτοίχου Καλλίνικος.
Ο Βάρνης Φιλόθεος.
Ο Ρέοντος Διονύσιος.
Ο Κυζίκου Κωνστάντιος.
Ο Χαλκηδόνας Γρηγόριος.
Ο Τουρνόβου Ιωαννίκιος.
Ο Πισειδίας Αθανάσιος.
Ο Δρύστας Ανθιμος.
Ο Σωζοπόλεως Παίσιος.
Ο Φαναρίου και Φερσάλων Δαμασκηνός.
Ο Ναυπάκτου και Άρτης Άνθιμος.
Το κείμενο επιχειρούσε να δείξει ως «έργον μιαρόν» την επανάσταση που απειλούσε τα προνόμια που απολάμβαναν το υποτελές Έθνος. «Με τοιαύτας ραδιουργίας εσχημάτισαν την ολεθρίαν σκηνήν οι δύο ούτοι και οι τούτων συμπράκτορες φιλελεύθεροι, μάλλον δε μισελεύθεροι, και επεχείρησαν εις έργον μιαρόν, θεοστυγές και ασύνετον, θέλοντες να διαταράξωσι την άνεσιν και ησυχίαν των ομογενών μας πιστών ραγιάδων της κραταιάς βασιλείας, την οποίαν απολαμβάνουσιν υπό την αμφιλαφή αυτής σκιάν με τόσα ελευθερίας προνόμια, όσα δεν απολαμβάνει άλλο έθνος υποτελές και υποκείμενον, ζώντες ανενόχλητοι με τας γυναίκας και τα τέκνα των, με τας περιουσίας και καταστάσεις, και με την ύπαρξιν της τιμής των, και κατ’ εξοχήν με τα προνόμια της θρησκείας, ήτις διεφυλάχθη και διατηρείται ασκανδάλιστος μέχρι της σήμερον επί ψυχική ημών σωτηρία».
Το κείμενο του Πατριάρχη Γρηγόριου που αφόριζε και καταδίκαζε την Eλληνική Eπανάσταση συνυπέγραψαν οι παρακάτω ιεράρχες:
Ο πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως
Ο Ιεροσολύμων Πολύκαρπος
Ο Καισαρίας Ιωαννίκιος.
Ο Νικομηδείας Αθανάσιος.
Ο Δέρκων Γρηγόριος.
Ο Αδριανουπόλεως Δωρόθεος.
Ο Βιζύης Ιερεμίας.
Ο Σίφνου Καλλίνικος.
Ο Ηρακλείας Μελέτιος.
Ο Νικαίας Μακάριος.
Ο Θεσσαλονίκης Ιωσήφ.
Ο Βερροίας Ζαχαρίας.
Ο Διδυμοτοίχου Καλλίνικος.
Ο Βάρνης Φιλόθεος.
Ο Ρέοντος Διονύσιος.
Ο Κυζίκου Κωνστάντιος.
Ο Χαλκηδόνας Γρηγόριος.
Ο Τουρνόβου Ιωαννίκιος.
Ο Πισειδίας Αθανάσιος.
Ο Δρύστας Ανθιμος.
Ο Σωζοπόλεως Παίσιος.
Ο Φαναρίου και Φερσάλων Δαμασκηνός.
Ο Ναυπάκτου και Άρτης Άνθιμος.
Ο αφορισμός αφορούσε επίσης και όσους υποστήριζαν τους επαναστάτες. «Αφωρισμένοι υπάρχειεν και κατηραμένοι και ασυγχώρητοι, και μετά θάνατον άλυτοι, και τω αιωνίω υπόδικοι αναθέματι, και αυτοί, και όσοι τοις ίχνεσιν αυτών κατηκολούθησαν του λοιπού, αν μη θελήσωσιν εννοήσαι την αρπαγήν και απάτην, και επιστραφήναί τε και βαδίσαι την ευθείαν της σωτηρίας οδόν, αν δεν αναλάβωσιν, ό εστι, τον εντελή χαρακτήρα του ρεαγιαδικού αυτών επαγγέλματος».
Ο αφορισμός πάντως δεν είχε αρνητική απήχηση στον Εθνικό Αγώνα. Από τους 23 Αρχιερείς που υπέγραψαν το “αφοριστικό” κείμενο, το ένα τρίτο συμπεριλαμβανομένου και του Οικουμενικού Πατριάρχου Γρηγορίου του Ε’, πλήρωσαν με την ζωή τους και πολλοί δοκιμάστηκαν σκληρά με φυλακίσεις, εξορίες και περιορισμούς. Ο Υψηλάντης καθησύχαζε με επιστολή του τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη ότι «ο μεν Πατριάρχης βιαζόμενος παρά της Πόρτας σας στέλλει αφοριστικά και εξάρχους παρακινώντας σας να ενωθήτε με την Πόρτα, εσείς όμως να τα θεωρείτε ταύτα ως άκυρα, καθότι γίνονται με βία και δυναστείαν και άνευ θελήσεως του πατριάρχου».
Ο Σουλτάνος τελικά στράφηκε εναντίον του Γρηγορίου Ε’, αλλά ο Πατριάρχης απέρριψε προτάσεις ακόμη και υπαλλήλων ξένων πρεσβειών να εγκαταλείψει την Κωνσταντινούπολη. Mετά τη λειτουργία του Πάσχα στις 10 Απριλίου 1821 ο Γρηγόριος συνελήφθη, κηρύχθηκε έκπτωτος και φυλακίστηκε. Το απόγευμα της ίδιας μέρας απαγχονίστηκε στην κεντρική πύλη του Πατριαρχείου, όπου παρέμεινε κρεμασμένος για τρεις ημέρες.
ΠΗΓΗ
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου