<
Μία στοιχειώδης σημειολογική προσέγγιση στη νοοτροπία τού μέσου Έλληνα οπαδού, αποτελεί ανάλυση που προσδιορίζει (λόγω των κοινών στοιχείων) τον αντίστοιχο ψηφοφόρο, καταναλωτή, εργαζόμενο κ.λπ…
Το μοντέλο οπαδού που έχει αναπτυχθεί τις τελευταίες δεκαετίες (και) στην Ελλάδα, έχει επηρεάσει την ιδιοσυχνότητα του παρελθόντος. Όταν φίλαθλοι δύο ομάδων παρακολουθούσαν ακόμα και σε κοινές κερκίδες μία αναμέτρηση. Αλλά από όταν άρχισαν στον χώρο τού ποδοσφαίρου να κυριαρχούν ισχυροί οικονομικοί παράγοντες, άφησαν ανεξίτηλο σημάδι: εκείνο τής συνειδητής αδιαφορίας των οπαδών στη λήψη αποφάσεων στους συλλόγους τους. Με το ενδιαφέρον να επικεντρώνεται αποκλειστικά στις νίκες με κάθε τρόπο, χωρίς να υπολογίζουν το κόστος. Μεταφορικά και κυριολεκτικά.
Στη συνείδηση του μέσου Έλληνα οπαδού έχει εντυπωθεί πως η ομάδα του πρέπει να κερδίζει κάθε Κυριακή, με οποιονδήποτε τρόπο. Αποκομμένος από το κέντρο λήψης αποφάσεων, υποκύπτει στις ορέξεις τού εκάστοτε προέδρου. Με τα ερασιτεχνικά σωματεία να αποτελούν γλάστρες και κλειστά κλαμπ, καθώς δεν υπάρχει πλατιά και ενεργή συμμετοχή οπαδών.
Συνήθως μία τέτοια εισαγωγή συμπληρώνει το παράδειγμα μίας από τις κορυφαίες ευρωπαϊκές ομάδες, που ανήκει στους οπαδούς της και μεγαλουργεί. Εδώ ας πάρουμε το παράδειγμα της Μπάγερν Μονάχου. Που έχει αντισταθεί στους Άραβες επενδυτές και σαρώνει τα πάντα στην Ευρώπη, έχει μηδενικό χρέος κ.λπ. Όλα αυτά ενώ το 75% των μετοχών της παραμένει στα 225 χιλ. μέλη της, όπως συμβαίνει στα περισσότερα γερμανικά κλαμπ. Ακόμα και στο παράδειγμα της Μπάγερν, όμως, υπάρχουν πολλά κόκκινα σημεία. Όπως το πανό με το ομοφοβικό μήνυμα που βρέθηκε στην κερκίδα της, πρόσφατα, σε αγώνα επιπέδου Τσάμπιονς Λιγκ. Κι αν το γεγονός είναι μεμονωμένο και, προφανώς, δεν εκφράζει το σύνολο των οπαδών του γερμανικού συλλόγου, η στήλη θυμίζει ότι στον πρόεδρο Ούλι Χένες, επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης γιατί απέφυγε να καταβάλει φόρους κοντά στα 30 εκ. ευρώ.
Αναρωτιέμαι: πού ήταν τα όργανα βάσης του συλλόγου, που αναδεικνύουν τους άξιους για να τεθούν επικεφαλής, στην περίπτωση του Χένες; Είναι δυνατόν ένας άνθρωπος με τη δική του ηθική να βρίσκεται στην προεδρία; Μήπως και σε αυτή την περίπτωση οι οπαδοί-μέτοχοι του συλλόγου δεν έχουν, τελικά, γενική εποπτεία προς τη διοίκηση; Και πόσο διαφορετική είναι αυτή η αντιμετώπιση, που στην ουσία αφήνει γυμνή την ομάδα στις ορέξεις ενός προέδρου αμφιβόλου ηθικής, από όσα βιώνουμε στην Ελλάδα; Είναι η άλλη όψη τού ίδιου νομίσματος; Μήπως η εμπορευματοποίηση του αθλητισμού έχει φτάσει σε τέτοιο επίπεδο, που εκ των πραγμάτων είναι δύσκολο να υπάρξει έλεγχος, είτε σε μία ομάδα υπάρχει ένας μεγαλομέτοχος είτε 100άδες χιλιάδες μικρομέτοχοι;
Αν δεν θέσουμε τα σωστά ερωτήματα, δεν πρόκειται να πάρουμε σαφείς απαντήσεις. Συλλογικές απαντήσεις. Ένα τελευταίο στοιχείο, στο ίδιο παράδειγμα: ο οπαδός στη χώρα μας αναζητεί λεφτάδες προέδρους που θα σώσουν την ομάδα του και μπροστά από την κάλπη ψηφίζει τους πολιτικάντηδες που έχουμε σήμερα στη Βουλή. Αντίθετα ο οπαδός στη Γερμανία ναι μεν δεν ψάχνει έναν λεφτά πρόεδρο, αλλά μπροστά στην κάλπη εμπιστεύεται την τύχη του σε μία εξουσιομανή γυναίκα, που επιβάλλει πανευρωπαϊκή οικονομική δικτατορία. Μήπως, τελικά, η κουλτούρα της ανάθεσης υπάρχει και στις δύο κατηγορίες οπαδών, κι αυτό που διαφέρει είναι απλώς η διαβάθμισή της;
Μία στοιχειώδης σημειολογική προσέγγιση στη νοοτροπία τού μέσου Έλληνα οπαδού, αποτελεί ανάλυση που προσδιορίζει (λόγω των κοινών στοιχείων) τον αντίστοιχο ψηφοφόρο, καταναλωτή, εργαζόμενο κ.λπ…
Το μοντέλο οπαδού που έχει αναπτυχθεί τις τελευταίες δεκαετίες (και) στην Ελλάδα, έχει επηρεάσει την ιδιοσυχνότητα του παρελθόντος. Όταν φίλαθλοι δύο ομάδων παρακολουθούσαν ακόμα και σε κοινές κερκίδες μία αναμέτρηση. Αλλά από όταν άρχισαν στον χώρο τού ποδοσφαίρου να κυριαρχούν ισχυροί οικονομικοί παράγοντες, άφησαν ανεξίτηλο σημάδι: εκείνο τής συνειδητής αδιαφορίας των οπαδών στη λήψη αποφάσεων στους συλλόγους τους. Με το ενδιαφέρον να επικεντρώνεται αποκλειστικά στις νίκες με κάθε τρόπο, χωρίς να υπολογίζουν το κόστος. Μεταφορικά και κυριολεκτικά.
Στη συνείδηση του μέσου Έλληνα οπαδού έχει εντυπωθεί πως η ομάδα του πρέπει να κερδίζει κάθε Κυριακή, με οποιονδήποτε τρόπο. Αποκομμένος από το κέντρο λήψης αποφάσεων, υποκύπτει στις ορέξεις τού εκάστοτε προέδρου. Με τα ερασιτεχνικά σωματεία να αποτελούν γλάστρες και κλειστά κλαμπ, καθώς δεν υπάρχει πλατιά και ενεργή συμμετοχή οπαδών.
Συνήθως μία τέτοια εισαγωγή συμπληρώνει το παράδειγμα μίας από τις κορυφαίες ευρωπαϊκές ομάδες, που ανήκει στους οπαδούς της και μεγαλουργεί. Εδώ ας πάρουμε το παράδειγμα της Μπάγερν Μονάχου. Που έχει αντισταθεί στους Άραβες επενδυτές και σαρώνει τα πάντα στην Ευρώπη, έχει μηδενικό χρέος κ.λπ. Όλα αυτά ενώ το 75% των μετοχών της παραμένει στα 225 χιλ. μέλη της, όπως συμβαίνει στα περισσότερα γερμανικά κλαμπ. Ακόμα και στο παράδειγμα της Μπάγερν, όμως, υπάρχουν πολλά κόκκινα σημεία. Όπως το πανό με το ομοφοβικό μήνυμα που βρέθηκε στην κερκίδα της, πρόσφατα, σε αγώνα επιπέδου Τσάμπιονς Λιγκ. Κι αν το γεγονός είναι μεμονωμένο και, προφανώς, δεν εκφράζει το σύνολο των οπαδών του γερμανικού συλλόγου, η στήλη θυμίζει ότι στον πρόεδρο Ούλι Χένες, επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης γιατί απέφυγε να καταβάλει φόρους κοντά στα 30 εκ. ευρώ.
Αναρωτιέμαι: πού ήταν τα όργανα βάσης του συλλόγου, που αναδεικνύουν τους άξιους για να τεθούν επικεφαλής, στην περίπτωση του Χένες; Είναι δυνατόν ένας άνθρωπος με τη δική του ηθική να βρίσκεται στην προεδρία; Μήπως και σε αυτή την περίπτωση οι οπαδοί-μέτοχοι του συλλόγου δεν έχουν, τελικά, γενική εποπτεία προς τη διοίκηση; Και πόσο διαφορετική είναι αυτή η αντιμετώπιση, που στην ουσία αφήνει γυμνή την ομάδα στις ορέξεις ενός προέδρου αμφιβόλου ηθικής, από όσα βιώνουμε στην Ελλάδα; Είναι η άλλη όψη τού ίδιου νομίσματος; Μήπως η εμπορευματοποίηση του αθλητισμού έχει φτάσει σε τέτοιο επίπεδο, που εκ των πραγμάτων είναι δύσκολο να υπάρξει έλεγχος, είτε σε μία ομάδα υπάρχει ένας μεγαλομέτοχος είτε 100άδες χιλιάδες μικρομέτοχοι;
Αν δεν θέσουμε τα σωστά ερωτήματα, δεν πρόκειται να πάρουμε σαφείς απαντήσεις. Συλλογικές απαντήσεις. Ένα τελευταίο στοιχείο, στο ίδιο παράδειγμα: ο οπαδός στη χώρα μας αναζητεί λεφτάδες προέδρους που θα σώσουν την ομάδα του και μπροστά από την κάλπη ψηφίζει τους πολιτικάντηδες που έχουμε σήμερα στη Βουλή. Αντίθετα ο οπαδός στη Γερμανία ναι μεν δεν ψάχνει έναν λεφτά πρόεδρο, αλλά μπροστά στην κάλπη εμπιστεύεται την τύχη του σε μία εξουσιομανή γυναίκα, που επιβάλλει πανευρωπαϊκή οικονομική δικτατορία. Μήπως, τελικά, η κουλτούρα της ανάθεσης υπάρχει και στις δύο κατηγορίες οπαδών, κι αυτό που διαφέρει είναι απλώς η διαβάθμισή της;
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου