Στην αρχαία Ελλάδα όταν δημιουργούσαν μία καινούργια πόλη, έχτιζαν πρώτα την αγορά της. Ο λόγος ήταν το πλήθος που μαζεύονταν εκεί και ο διαδραστικός-διαλεκτικός ιστός που υφαινόταν και βοηθούσε να αναπτυχθούν δυναμικές αλληλεπίδρασης, οικοδομώντας ένα νέο κοινωνικό φαντασιακό. Κάτι αντίστοιχο, στις μέρες μας, συμβαίνει σε ένα γήπεδο. Συνήθως ποδοσφαίρου. Η βαθιά λαϊκότητα του συγκεκριμένου αθλήματος, δεν αφήνει περιθώρια για περαιτέρω εξηγήσεις: Εκεί βλέπουμε τον κλητήρα του Πανεπιστημίου να γίνεται για λίγο πρύτανης και το αντίστροφο.
Ένας καλός ποδοσφαιρικός αγώνας μπορεί να δημιουργήσει ενδιαφέρουσες συζητήσεις, με πολλές προεκτάσεις. Κάτι που δείχνει πως το ποδόσφαιρο, στην πλήρη ανάπτυξή του, είναι κάτι περισσότερο από 90 λεπτά μπάλας τις Κυριακές. Ο πρύτανης, λοιπόν, μπορεί και πρέπει να συναντήσει τον κλητήρα τού Πανεπιστημίου μέσω του ποδοσφαίρου και να δημιουργήσουν μία διαφορετική μορφή ανάπτυξης του αθλήματος. Με ενέργειες που θα προωθήσουν την ελεύθερη ανάδειξη και πραγμάτωση του ταλέντου των νεαρών ποδοσφαιριστών, για παράδειγμα. Και όχι την κορύφωση του πρωταθλητισμού, μέσω τής αθλητιατρικής και της εμπορευματοποίησής του.
Η λειτουργία των επαγγελματικών σωματείων θυμίζει γερασμένα και δυσκίνητα θηλαστικά και, φυσικά, η προοπτική της ανατροπής στην κατεστημένη εικόνα του ποδοσφαίρου, δεν μπορεί να έρθει από εκεί. Αλλά μέσω άλλων συλλογικών δράσεων, όπως είναι για παράδειγμα το «Mondiali Antirazzisti» (σ.σ. Αντιρατσιστικό Μουντιάλ).
Ο πρύτανης με τον κλητήρα μπορούν και πρέπει να δώσουν από κοινού το σύνθημα για ένα διαφορετικό ποδόσφαιρο, αφού σε αυτούς “ανήκει” ουσιαστικά το άθλημα, αναδεικνύοντας τα στοιχεία εκείνα που το κάνουν να ξεχωρίζει. Τα πιτσιρίκια στα αυτοσχέδια γήπεδα στις γειτονιές, με τα σκισμένα σορτσάκια και τα γρατσουνισμένα γόνατα, κρατάνε αναμμένη τη φλόγα. Υπάρχουν τα επαγγελματικά κλαμπ, αλλά επιβάλλεται να αναδειχθούν συλλογικότητες όπως η ομάδα των Αστέγων ή η Hasta la Victoria Siempre. Και σε επίπεδο οπαδών, όμως, βλέπουμε ότι δεν υπάρχουν μόνο οι χούλιγκαν αλλά και οι φίλοι στην κερκίδα της Λιβόρνο, που θα τραγουδήσουν ρυθμικά το «Bella Ciao».
Το ποδόσφαιρο αποτελεί κοινωνικό καθρέφτη και ο μαρασμός του στις μέρες μας, τουλάχιστον όσον αφορά την Ελλάδα, δεν ξαφνιάζει κανέναν. Χρειάζεται να αγωνιστούμε για να δώσουμε το σύνθημα για έναν διαφορετικό αθλητισμό, όπως και για έναν διαφορετικό κόσμο. Όσο εφικτό είναι το ένα, είναι και το άλλο μέσω της αλληλεξάρτησης και αλληλεπίδρασής τους. Αλλά οι ιδέες από μόνες τους δεν φτάνουν για να αλλάξουν κάτι. Χρειάζεται απόφαση και δράση. Μπορούμε να έχουμε ένα διαφορετικό ποδόσφαιρο και μέσω αυτού, στο βαθμό που αλληλεξαρτώνται, μία διαφορετική κοινωνία; Ίσως. Θέλουμε; Αυτό θα το απαντήσει ο καθένας ξεχωριστά.
* Το άρθρο αναδημοσιεύεται από το περιοδικό Βαβυλωνία.
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου